30 Μαρτίου, 2009

ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟ "ΚΙΝΗΜΑ": ΜΙΑ ΑΚΟΜΗ ΑΠΑΤΗ ΣΤΗΝ ΑΛΥΣΙΔΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΑΠΟΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ


1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Θα διακόψω προς ώρας την ενασχόληση με τον προβληματισμό γύρω από τη συγκρότηση των κοινωνικών και επαναστατικών θεωριών, ανοίγοντας μια παρένθεση αναφοράς στο λεγόμενο "οικολογικό κίνημα" για δυο λόγους:
Αφ' ενός, το προηγούμενο θέμα προϋποθέτει κάποια εμπεριστατωμένη προετοιμασία. Τα περισσότερα κείμενα που το αφορούν, ανάγονται σε μελέτες προγενέστερων εποχών. Μια επαναπροσέγγιση αυτών των κειμένων δεν κρίνεται αναγκαία μόνο για "φρεσκάρισμα" του περιεχομένου στη μνήμη. Η επαναλληπτική μελέτη είναι μοιραίο να γίνεται μέσα από ένα πιο ώριμο πρίσμα, που παίρνει υπ' όψει τις μετέπειτα εμπειρίες. Στην ουσία, αυτή η αναζήτηση δεν αποτελεί επανάλληψη μελέτης κειμένων, αλλά ανατροπή του τρόπου που συντελέστηκε αυτή η μελέτη στο παρελθόν. Άρα, απαιτεί κάποιο χρόνο, εάν δεν αποτελεί στόχο το να μηρυκάσουμε μια ακόμη φορά, αυτά που μασήσαμε στο παρελθόν.
Από την άλλη το οικολογικό "κίνημα" αποτελεί στη συνείδηση της κοινής γνώμης κατά κανόνα τμήμα του κινήματος κοινωνικής χειραφέτησης. Σε κάποια περίοδο μάλιστα, αυτό φάνηκε ότι θα μπορούσε να παίξει κυριαρχικό ρόλο, αποτελώντας βασικό άξονα αναφοράς και συσπείρωσης δυνάμεων αμφισβήτησης.
Την άποψη αυτή έκφρασαν διακεκριμένοι θεωρητικοί και ακτιβιστές των κοινωνικών κινημάτων, όπως ο Σαρλ Μπετελέμ, που στα τέλη της δεκαετίας του '70 είδε τις πρωτοβουλίες που συγκροτούντο στην κοινωνική βάση με αναφορά τελείως συγκεκριμένα θέματα να σχηματίζουν στο επόμενο μέλλον τον κορμό του κινήματος αμφισβήτησης. Το 1980 διεξάχθηκε μια συζήτηση στη Louvain-la-Neuve του Βελγίου με πρωτοβουλία διαφόρων ομάδων σχετικά με την οικολογία, όπου πρωτοστάτησαν με εισηγήσεις τους ο Δανιήλ Κον-Μπεντίτ και ο Κορνήλιος Καστοριάδης. Οι εισηγήσεις αυτές, με ένα τμήμα της συζήτησης που ακολούθησε, εκδόθηκαν σε εγχειρίδιο με τίτλο "Από την οικολογία στην αυτονομία", επιχειρώντας να δομήσουν μια κάποια προβληματική.
Στην ουσία όμως ποτέ το οικολογικό κίνημα δεν απόκτησε μια στοιχειωδώς δομημένη θεωρία. Έτσι από τότε μπερδεύονται οι οικολόγοι στα πόδια του κοινωνικού γίγνεσθαι, χωρίς να υπάρχουν μέτρα και σταθμά για να δομήσουν αυτήν την παρέμβαση συγκεκριμένα, πέρα από συγκεχυμένα ευχολόγια και έκφραση "χρηστών" (κατά βάση δήθεν χρηστών) επιθυμιών.
Έτσι τα "οικολογικά" αιτήματα προβάλλονται κάθε λίγο και λιγάκι, όπως έγινε προχτές με την "πακόσμια ημέρα περιβάλλοντος", όπου κλήθηκαν οι πολίτες να μην κάνουν χρήση ηλεκτρικού ρεύματος κατά το δυνατόν στην διάρκεια κάποιας χρονικής περιόδου, χωρίς να έχει προηγηθεί ένας ουσιαστικός διάλογος, ή κάποια διαφώτiση για τη σκοπιμότητα των προτεινόμενων μέτρων.
Οι συχνά ανερμήνευτες και αλλοπρόσαλλες επιλογές των θιασωτών του "οικολογικού" κινήματος, τα βαρύγδουπα ονόματα μελών της διεθνούς εξουσιαστικής ελίτ που παρεμβαίνουν, όπως ο Αλ Γκορ, η ομιχλώδης παρασκηνιακή υποστήριξη από δυσδιάκριτα κυκλώματα πολλών ΜΚΟ για το περιβάλλον, έχουν δημιουργήσει ένα σκεπτικισμό σε σημαντικό αριθμό πολιτών, αναφορικά με τις σκοπιμότητες του φερόμενου ως οικολογικού κινήματος.

Επειδή στην πορεία του χρόνου έχω σχηματίσει συγκεκριμένες αντιλήψεις για αυτά τα θέματα, θα ήθελα να τις παραθέσω. Τόσο για να πω την άποψή μου για ένα σημαντικό σύμπλεγμα τρέχουσας προβληματικής, όσο και για να αξιολογήσω ένα χώρο, που αξίωσε και αξιώνει να παρεμβαίνει στα δεδομένα της κοινωνικής αμφισβήτησης και χειραφέτησης.

Την παράθεση χωρίζω στα εξείς μέρη:
- Αντιλήψεις για τη γη και οι συνέπειες που πρικύπτουν για τη σχέση ανθρώπου και
περιβάλλοντος
- Ποιοί δημιούργησαν το "οικολογικό" κίνημα.
- Ποιούς στόχους πρόβαλε το "οικολογικό" κίνημα.
- Τα μυθεύματα σχετικά με το CO2 και την υπερθέρμανση του πλανήτη
- Η πρακτική των "οικολόγων"
- Ευγονική, ο τελικός στόχος

Πριν εισέλθω στην παράθεση των απόψεών μου, που όπως γίνεται προφανές έχουν έντονα κριτικό χαρακτήρα, θέλω να δηλώσω, ότι δεν αποσκοπώ κατ' αρχήν στην καταγγελία των ανθρώπων που έχουν μια πραγματική και ανιδιοτελή αγάπη για το περιβάλλον και προσπαθούν να εξασκήσουν πολιτική προστασίας απέναντί του.

Το "οικολογικό" κίνημα δεν έπεσε από τον ουρανό. Δημιουργήθηκε από συγκεκριμένα κυκλώματα, αλλά και μέσα σε συγκεκριμένη συγκυρία:
Στα τέλη της δεκαετίας του '70 το λαϊκό κίνημα που είχε αναπτυχθεί διεθνώς γνώρισε μια ισχυρή κάμψη, που απειχούσε σε σημαντικό βαθμό μια κρίση ταυτότητας. Η πλέον μαχητική του πτέρυγα, αποτελούμενη από τους λεγόμενους "αριστεριστές", που επρόσκειντο στην πολιτική της Κίνας επί προεδρείας Μάο Τσε Τουκγ, είχε δεχθεί ισχυρά πλήγματα στην αυτοσυνειδησία της. Μετά το θάνατο του Μάο οι εσωτερικές συγκρούσεις στα πλαίασια του Κομμουνιστικού Κόμματος, που έληξαν με την εξόντωση της χήρας του "μεγάλου τιμονιέρη" και τους συνεργάτες της στην εξοβελισθείσα "κλίκα των τεσσάρων" οδήγησαν στην επικράτηση των πραγματιστών, που επεδίωκαν μια συνεργασία με τη Δύση και την ανάπτυξη της Κινέζικης οικονομίας με την ένταξη της χώρας στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας και την παγκόσμια αγορά.
Αυτός ο προσανατολισμός της Κίνας στάθηκε αφορμή για τη ρήξη με τον Ενβέρ Χότζα και το Κόμμα Εργασίας της Αλβανίας. Αυτή η διαδικασία αποτέλεσε ένα αναπόφευγο σοκ για πολλούς οπαδούς του Μαοϊσμού εκείνης της εποχής. Βέβαια κάποιοι παρηγορήθηκαν ότι οι Αλβανοί απέμειναν να υποστηρίζουν την "καθαρή" γραμμή, αλλά εν τέλει έχει σημαντικό αντίκτυπο στον κοσμοείδωλο ενός αριστερού, κατά πόσο η ηγέτιδα δύναμη είναι μια μεγάλη χώρα όπως η Κίνα, ή μια πλήρως περιθωριακή, όπως το γειτονικό μας κρατίδιο.
Ακόμη μεγαλύτερη απογοήτευση από τη δεξιά στροφή της Κίνας αποτέλεσε ο πόλεμος Βιετνάμ και Καμπότζης, καθώς και ο πόλεμος Κίνας και Βιετνάμ στη συνέχεια. Αυτά τα "παράδοξα" ουδέποτε επιχείρησαν να τα ερμεινεύσουν οι αριστεροί κομισσάριοι των αντίστοιχων πολιτικών χώρων, με αποτέλεσμα η κρίση ταυτότητας των αντίστοιχων πολιτικών ομάδων να βαθύνει.
Εξίσου διαλυτικά για την συνειδησιακή συγκρότηση επέδρασε ο βίαιος παρεμβατισμός της Σοβιετικής Ένωσης σε χώρες του τρίτου κόσμου, όπως στην Αγκόλα και το Αφγανιστάν.
Με αυτή την έννοια, το "οικολογικό κίνημα" εμφανίστηκε μετά την κρίση ταυτότητας, που σημειώθηκε στα λεγόμενες "αριστερίστηκες" - τουτέστιν μαοϊκής κατευθύνσεως ομάδες, του Ευρωπαϊκού ιμπεριαλιστικού κέντρου. Ταυτόχροανα απορρόφησε ένα σημαντικό μέρος του στελεχικού δυναμικού τους, ενώ ταυτόχρονα αναδείχθηκαν και νέα πρόσωπα.
Ενώ η αιχμή του δόρατος στην ανάπτυξη του "οικολογικού κινήματος" στάθηκαν οι πρωτοβουλίες που είχαν συγκροτηθεί στη βάση ενάντια στην ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας και στον επανεξοπλισμό των Ευρωπαϊκών χωρών του ΝΑΤΟ με πυραύλους μέσου βεληνεκούς - αυτό που τότε ονομάστηκε "κίνημα της ειρήνης" - και με ταυτόχρονη απορρόφηση στελεχικού δυναμικού οργανώσεων της άκρας αριστεράς, ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΑΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΑΝ ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΕΙΧΑΝ ΤΕΛΕΙΩΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΑΦΕΤΗΡΙΑ. ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΜΑΥΡΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΙΚΑ ΚΥΚΛΩΜΑΤΑ.

2. ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΓΗ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΟΥΝ ΓΙΑ ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Πριν γίνει μια συγκεκριμένη αναφορά στις δυνέμεις που παρενέβησαν με προμετωπίδα την προστασία του περιβάλλοντος, νομίζω ότι αξίζει να στρέψουμε την προσοχή μας στις αντιλήψεις που έχουν εκφραστεί και έχουν κυριαρχίσει στον ένα ή άλλο βαθμό όσο αφορά τη λειτουργικότητα της Γης, σε σχέση με την ανθρώπινη ζωή και την ανάπτυξη δραστηριοτήτων πάνω σ' αυτήν. Αυτό είναι σκόπιμο για να κατανοήσουμε ως ένα βαθμό και τις σκοπιμότητες αυτών που εκφράζουν προτάσεις και μέτρα για το περιβάλλον.
Οι αντιλήψεις που γνωρίζω είναι βασικά τέσσερεις, αν και υπάρχουν και κάποιες εξειδικεύσεις τους. Οι δυο από αυτές έχουν οικονομική βάση και οι δυο θρησκευτική-μεταφυσική.


Η θεωρία της αναγκαιότητας συνεχούς ανάπτυξης:

Η πρώτη αντίληψη είναι αυτή της ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ. Βάση της γενικότερης ανάπτυξης - και της πολιτιστικής - θεωρείται με βάση αυτή την αντίληψη η οικονομική ανάπτυξη. Αυτή είναι που παρέχει τις προϋποθέσεις όχι μόνο της επιβίωσης αλλά και της προόδου. Πρόκειται για μια καθαρά υλιστική αντίληψη, που χαρακτήρισε τόσο την καφαλαιοκρατική ανάπτυξη, όσο και τα "σοσιαλιστικά" πειράματα του παρελθόντος. Αυτός ο τρόπος θεώρησης αντιμετωπίζει τη Γη ως πεδίο αποθεμάτων, πηγών, μέσων - resources - για την ικανοποίηση του στόχου της οικονομικής ανάπτυξης. Στην πορεία αυτή η θεώρηση "ανακάλυψε", ή έστω δέχθηκε να ασχοληθεί και με την ισορροπία των λεγόμενων οικοσυστημάτων. Στη βάση ότι αυτά δεν είναι δυνατόν να υφίστανται μια διαρκή μονομερή εκμετάλλευση, χωρίς μέριμνα για την ομαλή αναπαραγωγή (όπου αυτό είναι δυνατό) την προστασία τους και την ομαλή τους αλληλοεπίδραση με εκείνα τα δεδομένα του πλανήτη, που δεν υπέχουν άμεσα αποθεματικό χαρακτήρα.
Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, μια λελλογισμένη χρήση των αποθεμάτων, σε συνδυασμό με μια ενεργό περιβαντολλογική πολιτική, μπορούν να εξασφαλίσουν μια μόνιμη ανάπτυξη, χωρίς μεγάλους κινδύνους διαταραχών, ή βίαιων συνδρόμων στα οικοσυστήματα.
Από τα πλέον ετερόκλητα χείλη διατυπώθηκαν στην πορεία της ανάπτυξης του συστήματος πανομοιότητες στοχεύσεις, συνθήματα και χείμαιρες όσο αφορά την ανάγκη μόνιμης ανάπτυξης της παραγωγής. Έτσι κατά τη δεκαετία του 80, στο σύνθημα των "οικολόγων" της Γερμανίας (όπου άναπτύχθηκε με πρωτόγνωρο δυναμισμό ένα περιβαντολλογικό κίνημα) "η ανάπτυξη δεν είναι το παν", ο τότε υπουργός οικονομίας Otto Graf Lambsdorf πρόβαλε το σλόγκαν: "η ανάπτυξη δεν είναι το παν, αλλά χωρίς ανάπτυξη είναι τα πάντα ένα τίποτε". Σε αντίστοιχο ιδεολογικό σχήμα κινήθηκε και ο λεγόμενος "μηχανηστικός υλισμός" που πρόβαλε ο Στάλιν, τόσο στο σύντομο βιβλίο "Προβλήματα οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ", όσο και στο πολύτομο "πόνημα" "Διαλεκτικός Υλισμός", όπου πρόβαλε τη θέση ότι πρώτα πρέπει να αναπτυχθούν οι παραγωγικές δυνάμεις και μετά θα αλλάξει η συνείδηση της κοινωνίας για την υιοθέτηση της κομμουνιστικής προοπτικής. Κάτι αντίστοιχο πρόβαλαν και οι διάδοχοι της σταλινικής νοοτροπίας στην Κίνα με το γνωστό "άσπρη γάτα - μαύρη γάτα, είναι καλή αρκεί να πιάνει ποντίκια. Στη λεγόμενη θεωρία των "παραγωγικών δυνάμεων" είχε αντιτεθεί ο Μάο, προβάλλοντας την βαρύτητα της πολιτικής απέναντι στην οικονομία. Η αποτυχία της Μαοϊκής πολιτικής είναι όμως ένα ειδικό θέμα.
Στα ίδια πάνω κάτω πλαίσια κινήθηκαν και οι "σοσιαλίζοντες" απολογητές της αναπτυξιακής επιλογής. Σε ένα άρθρο του στο περιοδικό "Αντί" είχε προσπαθήσει ο Γεράσιμος Αρσένης, όταν ήταν υπουργός οικονομίας να χρησώσει το χάπι, αναφερόμενος στους δυο διαφορετικούς όρους της Αγγλικής που αποδίδουν τον όρο "Ανάπτυξη". Ο ένας είναι growth και ο άλλος development. Ενώ ο πρώτος είναι καθαρά ποσοτικός, ο δεύτερος δεν παύει να έχει και ποιοτικό περιεχόμενο, αναπαράγοντας όμως την μόνιμη προκατάληψη των οπαδών της λογικής της ανάπτυξης, ότι μόνο αυτή, σε συνεχή και αδιαμφισβήτητη άνοδο, είναι η μόνη που μπορεί να εγγυηθεί την κάθε είδους πρόοδο.

Σε αυτή την απρόσκοπτη υλιστική θεώρηση της ζωής και της ανθρώπινης ευημερίας αντιτέθηκαν αυτοί που αμφισβήτησαν την θεωρία της διαρκούς ανάπτυξης. Στην ουσία τους η αντεπιχειρηματολογία τους στάθηκε εξ ίσου υλιστική, με βασική αναφορά στις περιορισμένες εντός ορίων δυνατότητες καταπόνησης των οικοσυστημάτων. Επικεφαλής και πρωτεργάτης αυτής της αμφισβήτησης ήταν το "Κλαμπ της Ρώμης" αποτελούμενο κύρια από μασόνους και άτομα που βρίσκονταν πολύ βαθιά στη διαχείρηση του συστήματος, με επικεφαλής το πρωταγωνιστή της Τριμερούς Επιτροπής και της λέσχης Μπίλντερμπεργκ Τζιοβάνι Ανιέλι. Το βιβλίο που έκδοσαν στις αρχές της δεκαετίας του '80 "Global 2000", με περιεχόμενο μια συγκεχυμένη, επιστημονικοφανή καταστροφολογία, έγινε η "βίβλος" των "οικολόγων", ΑΛΛΑ ΤΑΖΤΟΧΡΟΝΑ ΚΑΙ Ο ΠΡΟΠΟΜΠΟΣ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ. ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΠΟΥ ΠΡΟΒΑΛΑΝ ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ ΤΥΠΟΥ NEW WORLD ORDER ΗΤΑΝ ΟΙ ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ. Βασικό σύνθημα ήταν το: "Σκέψου παγκόσμια, δράσε τοπικά (global denken, lokal handeln).
Όπως θα δούμε στη συνέχεια η οργανωτική βάση αποτελούνταν από ΜΚΟ προσαρτημένες στον ΟΗΕ, συχνά με άμεση και απροκάλυπτη εωσφορική εκφορά, οι οποίες χρηματοδοντούνταν από αυτούς που πλάσαραν και το σύνθημα της λεγόμενης "νέας τάξης" στη σύγχρονη περίοδο.

Η άλλη πλευρά των οικολόγων ήσαν οι λεγόμενοι εναλλακτικοί (alternativ). Αυτοί δηλαδή, που υποτίθεται ότι αναζητούσαν ένα εναλλακτικό τρόπο ζωής. Όλα αυτά βέβαια αποτελούν σημαντικές επιλογές της εξουσίας και αξίζουν την προσοχή μας για περισσότερους λόγους.
Σε τί συνίσταντο τα πρώτυπα των εναλλακτικών, ως αχθοφόρων της νέας εξουσιαστικής ονείρωξης;
Το πρώτο ήταν η αμφισβήτηση του βιομηχανικού τρόπου ζωής. Δηλαδή το δικαίωμα στην τεμπελιά. Είναι γνωστό ότι στα πλαίσια της παγγκομιοποίησης σχεδιάστηκε μια μαζική αποβιομηχανοποίηση του βιομηχανικού Βορρά. Αποποιειθήσα η αντίδραση της υποχρέωσης να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και μαθητείας, οικοδόμησε το κοινωνικό τεμπελχανείο, δίνοντας μερικά ψίχουλα σαν κοινωνικά επιδόματα.
Το δεύτερο ήταν η "υγειινή" διατροφή. Χωρίς ποτέ αυτή να μπορεί να χαρακτηριστεί κακή, στην ουσία ανάγει στα πρότυπα των ανθρωποσοφιστών (άνθρωπος - όφις) που είχαν σαν κεντρικό όργανο προπολεμικά το "Lucifer Gnosis". Η φυτοφαγία ανάγει και σε ένα συγκεκριμένο τύπο παγανιστικού αποκρυφισμού. Και πολλοί από την ναζιστική ηγεσία ήσαν χορτοφάγοι. Έτσι μεταβαίνουμε στην τρίτη θεώρηση της Γης, που είναι θρησκευτική και σχετίζεται με τον Ευρωπαϊκό παγανισμό.


Η αντίληψη για τη Γη με βάση το μητρικό σύμβολο της γονιμότητος

Στο θέμα της μητριαρχίας, της χθόνιας λατρείας, ή λατρείας της γονιμότητας της γης, έχει προηγηθεί μνεία σε τρεις αναρτήσεις που προηγήθηκαν.
Το οικολογικό κίνημα έκανε αναφορές σε αυτές ακριβώς τις παγανιστικές αντιλήψεις. Η συγκεκριμένη επιλογή έγινε κατά τη γνώμη μου με βάση τις ρυθμίσεις που αποφάσισαν οι αντιδραστικές δυνάμεις του κοινωνικού σκοταδισμού στη Λέσχη Μπίλντερμπεργκ στις αρχές της δεκαετίας του '70, σαν αναδίπλωση απέναντι στον άκρατο αρτηριοσκληρωτικό συντηρητισμό που προωθούσαν μέχρι τότε. Τότε αναθεωρήθηκε η αρτηριοσκληρωτική γραμμή του ανοιχτού πουριτανισμού και της ακραίας συντήρησης και αποφασίστηκε η προώθηση μιας ρεφορμηστικής τακτικής, που υπέσκαπτε τα θεμέλια των κοινωνιών με διάβρωτική εξουθένωση των υπαρχουσών δομών. Οι οποίες, έστω και εάν ήσαν πλήρως αντιδραστικές και παρωχημένες, δεν έπαυαν να συγκροτούν μια υποτυπώδη "τάξη".
Ο ακραίος συντηρητισμός είχε προκύψει μεταπολεμικά σαν άμεσο επακόλουθο του ψυχρού πολέμου και είχε σαν άξονα ένα έντονο αντικομμουνισμό. Η κοινωνία είχε χωρισθεί από τους μηχανισμούς προπαγάνδας της εποχής, στους "αξιοπρεπείς" συντηρητικούς πολίτες, που αποτελούσαν και την μέση αντίληψη καθωσπρεπεισμού και τα ολιγάριθμα "ανατρεπτικά στοιχεία", που αποτελούσαν τους άξιους κοινωνικής απομόνωσης ανατροπείς. Στην ουσία επρόκειτο για ένα άμεσα συγκρουσιακό κοινωνικό μοντέλο, που στηριζόταν σε εντάσεις, τις οποίες αναπαρήγαγε. Αποτέλεσμα ήταν να αμφισβητηθεί έντονα αυτή η επικρατώσα νοοτροπία από τα κινήματα που αναπτύχθηκαν στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του '60. Σε αυτά προΐσταντο ισχυροί διανοούμενοι, που είχαν συγκροτήσει δυναμικές ομάδες αμφισβήτησης, ενώ είχαν ταυτόχρονα μια σημαντική παρουσία σε πανεπιστημιακές έδρες, κύρια στο Παρίσι, αλλά και σε σημαντικά πανεπιστήμια της Γερμανίας και της Αγγλίας. Τότε ήταν μοιραίο, να καθιερωθεί και ο όρος "προοδευτικοί διανοούμενοι", από τη στιγμή που οι δυνάμεις της εξουσίας είχαν επιλέξει την άκρα συντηρητική εκφορά. Το κόστος που συνεπάγοντο οι τριβές αυτής της επιλογής ήταν διττό:
Από τη μια οι εντάσεις που συνεπάγετο αυτό το σκληρό μοντέλλο, είχαν αρχίσει να κουράζουν τον μέσο πολίτη και τον κασσικό μικροαστό. Από την άλλη, η επιλογή της συντήρησης, αντέφασκε στη έννοια της προόδου, αφήνοντας όλο το αντίστοιχο πεδίο στην δικαιοδοσία της αριστερής και της αντιεξουσιαστικής προπαγάνδας. Με αυτή την έννοια, οι συνειδησιακές μετατοπίσεις που συντελούνταν, δρούσαν δυσμενώς για το άρχον συγκρότημα. Η λήψη δραστικών μέτρων έμοιαζε αναπόφευγη. Και μάλιστα με τρόπο, που η αντιδραστικές δυνάμεις ήσαν υποχρεωμένες να αρνηθούν τον βασικό πυρήνα της ιδεολογίας τους.
Το τέχνασμα που σοφίστηκαν, ήταν το πλασάρισμα ενός νόθου, ψεύτικου, αποπροσανατολιστικού, μηδενιστικού και ΑΝΤΙΑΞΙΑΚΟΥ "προοδευτισμού". Από τότε ξεκίνησε ο εκφυλισμός του όρου "προοδευτικός" και η μετατροπή του σε συνώνυμο του κόπανος.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου έπρεπε να λάβει χώρα μια τεράστια αναπροσαρμογή των μηχανισμών του συστήματος. Κύριο στήριγμα προς αυτήν την κατεύθυνση ήταν επόμενο να αποτελέσουν οι εγκάθετοι της εξουσίας, που πρακτόρευαν τα συμφέροντά της μέσα στους προοδευτικούς χώρους.
Αυτή βάβαια είναι μια πολύ παλιά μέθοδος της κοινωνικής μηχανικής, στην αντιμετώπιση όχι μόνο των κοινωνικών κινημάτων, αλλά και στην διεξαγωγή των συγκρούσεων στα εσωτερικά πλαίσια της αντίδρασης. Συχνά τμήματα της εξουσίας που αμφισβητούσαν κάποια άλλα, κατά κανόνα συνασπισμένα σε επίπεδο χωρών, δεν το επιχειρούσαν αυτό κατά μέτωπο, αλλά έφτιαχναν - ή έθεταν κάτω από τον έλεγχό τους κάποια από τα υπάρχοντα - κινήματα αμφισβήτησης, που δρούσαν στη σφαίρα επιρροής του αντιπάλου.
Η διάβρωση λοιπόν των κινημάτων κοινωνικής αμφισβήτησης υπήρξε μια από τις βασικότερες τακτικές της εξουσίας. Αυτοί οι δήθεν "προοδευτικοί" αχθοφόροι της αντίδρασης, αποτέλεσαν και τον κορμό των οικολογικών "κινημάτων". Πριν παρέμβει όμως η αντίδραση σε επίπεδο οικολογίας, έθεσε και προώθησε κάποιους άλλους στόχους σχετικά με την αλλοίωση αυτού, που θεώρησε σκόπιμο να θεωρείται "προοδευτικό". Ταυτόχρονα καλλιεργήθηκε μια σκόπιμη σύγχηση του προοδευτικού με το "μοντέρνο", ως έκφραση ψεύτικης μαγκιάς.
Στην ουσία ξαναβγήκαν από τα σεντούκια οι αντιδραστικές θεωρίες, που είχαν αναπτύξει οι "θεωρητικοί" τρόφιμοι των μασονικών στοών της περιόδου του Διαφωτισμού. Οι θεωρίες αυτές απέβλεπαν στην αμφισβήτηση της έννοιας του πολιτισμού. Δεν ήταν οι στρεβλώσεις του συστήματος, που αποτελούσαν τις αιτίες της κοινωνικής καταπίεσης, αλλά ο πολιτισμός σαν τέτοιος. Είναι γνωστή η θεωρία του Ζαν Ζακ Ρουσώ για "επιστροφή στη φύση", "φυσικό δίκαιο" (δηλαδή πλήρη υποδούλωση του ανθρώπου στο καθεστώς των ορμών του και των ενστίκτων του) και απαλλαγή από τα "δεσμά" του πολιτισμού. Οι θεωρίες αυτές ανάγονται στο τάγμα των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας (Ιλλουμινάτι) που είχε σαν στόχο την κατάλυση των βασιλικών οίκων της Ευρώπης, που δεν επρόσκειντο στον τεκτονισμό και την υφαρπαγή της εξουσίας από τις στοές. Οι στόχοι που έθεσαν παράλληλα οι "Ιλλουμινάτι", ήταν η διάλυση της οικογένειας και του καθολικισμού (ως καλυμμένου εωσφορισμού) για την επικράτηση της ασυδοσίας και του ανοιχτού εωσφορισμού.
Αντίστοιχες απόψεις ενάντια στην έννοια του πολιτισμού, ως διαδικασίας καταπίεσης των γνήσιων ορμών του ανθρώπου, ανέπτυξαν με τη διαστροφή της θεωρίας του Φρόυντ και κάποια μέλη της "Σχολής της Φρανκφούρτης", όπως ο Χέρμπερτ Μαρκούζε στο "Έρως και Πολιτισμός".
Έτσι με βάση τη στρατηγική των αντικοινωνικών δυνάμεων του "διήρει και βασίλευε" προωθήθηκε το χάσμα των γενεών, το φεμινιστικό κίνημα και η "αντιαυταρχική κίνηση" στη Γερμανία.
Ως ουσία του προοδευτισμού προωθήθηκε αρχικά η πλήρης απόρριψη των προτύπων της βιομηχανικής κοινωνίας, ως βάσης του συντηρητισμού, χωρίς να αναπτυχθεί μια συγκεκριμένη εναλλακτική πρόταση. Έτσι αναπτύχθηκε το κίνημα του Χιπισμού, ως κίνημα ουσιαστικά ελεγχόμενο.
Στη συνέχεια διοχετεύτηκε μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα η χρήση ναρκωτικών. Στην αρχή με φτηνή προπαγάνδα περί "διεύρυνσης της σφαίρας συνειδητότητας" και στη συνέχεια με απροκάλυπτο και βίαιο τρόπο.
Άλλος τρόπος αλλοίωσης της έννοιας του προοδευτικού, ήταν η ακατάσχετη διάδοση της ομοφυλοφιλίας, πέραν των φυσιολογικών της ορίων και ποσοστόσεων.
Ειδικά η περίπτωση της γυναικείας ομοφυλοφιλίας συνδέθηκε με τον φεμινισμό, αλλά και την λατρεία των μαγισών και τον σατανισμό. Ο σατανισμός προωθήθηκε και μέσω του ελέγχου των μουσικών ακουσμάτων από τις εταιρίες δίσκων με το χέβυ μέταλλ και τον υπόλοιπο οχετό.
Μέσα σε μια πορεία λιγων ετών, η παγκόσμια αντιλαϊκή ελίτ, είχε επιτύχει να θεωρείται προοδευτικό, ότι μηδενιστικό και διαβρωτικό. Έτσι έφερνε τους πραγματικά προοδευτικούς ανθρώπους σε κυριολεκτική αμηχανία, εξουδετερώνοντας το μύνημά τους με τα ίδια τους τα όπλα.

Στις προηγούμενες αναρτήσεις που ανέφερα, επιχειρηματολόγησα για ποιούς λόγους η χθόνια λατρεία, ή λατρεία της γονιμότητας, ή λατρεία της Μητέρας Γης, ή Λευκής Θεάς είναι δυαρχική και σχετίζεται με την υποδούλωση του ανθρώπου στα ένστικτα. Αυτό, που συμβαίνει με σχετικά άδολο τρόπο στους πρωτόγονους λαούς, έχοντας αφετηρία την αίσθηση υποδούλωσης του ανθρώπου στις δυνάμεις της φύσης, ως φυσική λατρεία, επανέρχεται στο στάδιο, που ο άνθρωπος έχει πολιτισθεί και έχει αποκτήσει σχετική ανεξαρτησία από τις φυσικές δυνάμεις, αλλοτριωμένο, ως μαύρη μαγεία. Εμφορούμενο από τη δίψα άκρατου εξουσιασμού, με την υποδούλωση του ανθρώπου στις δυνάμεις του ασυνείδητου. Ένα βιβλίο που περιγράφει διεξοδικά αυτή τη διαδικασία είναι το "Bild des Dämons - Το είδωλο του δαίμονα" του Erwin Reisner.
Αυτό το παγανιστικό κοσμοείδωλο της Γης προωθήθηκε έντονα και από τους Εθνικοσοσιαλιστές, σε συνδυασμό με την έννοια της μητρότητας. Ο Βίλχελμ Ράιχ αναλύει την διαδικασία που ακολουθήθηκε, με επικεφαλής τον Γκαίμπελς. Οι εθνικοσοσιαλιστές έκαναν έντονες αναφορές, προσφεύγοντας στο παγανιστικό ασυνείδητο των Γερμανών, μετατοπίζοντας την λεπτή πολιτισμική επίστρωση, που είχε θέσει πάνω του ο εκχριστιανισμός τους, για να ενεργοποιήσει την ελλοχεύουσα βαρβαρότητα. Έτσι, οι αναφορές στη "Μητέρα Γη" των Εθνικοσοσιαλιστών ενεργοποίησαν την θεότητα των ανθρωπουθυσιών στο Γερμανικό ασυνείδητο, μετά από την σχετική καταπλάκωση για το διάστημα μερικών αιώνων, που είχε υποστεί αυτή. Αυτό το έτοιμο έδαφος αξιοποίησαν αυτοί, που κινούσαν τα νήματα του "οικολογικού" κινήματος στην Γερμανία, που υπήρξε το πλέον εύρωστο και "πρωτοποριακό" στην Ευρώπη. Κινητοποιώντας τους κάθε λογής "αντιαυταρχικούς", τις φεμινίστριες, τις λεσβίες, τις "μάγισες" της κακιάς ώρας και το κακό συναπάντημα των πρακτόρων των μυστικών υπηρεσιών και των στοών, που είχαν διχετευτεί στις γκρούπες της άκρας αριστεράς. Εκμεταλλευόμενοι την επικαιροποίηση της παγανιστικής λατρευτικής δοξασίας της "Μητέρας Γης", ως βάσης ύπαρξης του έθνους-λαού στο Γερμανικό ασυνείδητο, την επανέφεραν, για να δομήσουν την "οικολογική" προοπτική, πάνω σε ένα αρωστημένο πρότυπο, που στην ουσία αμφισβητεί την πολιτισμική πορεία του ανθρώπου.

Φυσικά αποτελεί κακοήθεια η απόπειρα δαιμονοποίησης ή απαξίωσης της οικολογικής ιδέας και της ανάγκης σεβασμού και λήψης μέτρων προστασίας του περιβάλλοντος. Και η ιδέα αυτή είναι ζωτικής σημασίας και τα μέτρα που πρέπει να παρθούν είναι απαραίτητα.
Αυτή η διαπίστωση όμως δεν έχει καμία σχέση, όπως θα δούμε στη συνέχεια, με τα σύνδρομα ψυχώσεων, που οικοδομούν με εντολή της διεθνούς εξουσιαστικής ελίτ οι δήθεν οικολόγοι.
Αναμφίβολα στην ανάπτυξη του οικολογικού κινήματος συμετείχαν στις πρώιμες φάσεις και κάποιοι αγνοί και ανιδιοτελείς ιδεολόγοι. Γρήγορα όμως αυτοί απομονώθηκαν και αδρανοποιήθηκαν, με την επικράτηση των δήθεν πραγματιστών, δηλαδή των καλυμμένων πρακτόρων της εξουσίας.

συνεχίζεται...

5 σχόλια:

OrbitalDecay είπε...

Καλά το ξεκίνησες, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω -μέχρι τώρα- τη σχέση του Μάο με το "οικολογικό" κίνημα.

Περιμένω τη συνέχειά του, γιατί όπως γνωρίζουμε το θέμα έχει πολύ "ψωμί".

Ά ναί, ρίξε και ένα μάτι στα ορθογραφικά!
π.χ.
(Την παράθεση χωρίζω στα εξής μέρη:)

Ανώνυμος είπε...

Δεν νομίζω ότι το θέμα είναι έξω από το γενικότερο πλαίσιο της προβληματικής που επιχειρείς, από τη στιγμή που το οριοθετείς σαν κίνημα και μάλιστα –και με βρίσκεις απόλυτα σύμφωνο σε αυτό- κοινωνικά αποπροσανατολιστικό. Αν και θα περιμένω να ολοκληρωθεί η τοποθέτηση σου, θα ήθελα να σταθώ στον αναγκαίο διαχωρισμό της οικολογικής συνείδησης από το οικολογικό κίνημα. Στην μεν πρώτη έχουμε την υποκειμενική και ανένταχτη δράση, που όπως έχει ειπωθεί κι εδώ, μπορεί να αποτελέσει το θεμέλιο της υγιούς συλλογικότητας. Και στη δεύτερη την κινηματική μας εμμονή, για άνευ όρων ένταξη σε ομάδες υποτιθέμενης δράσης, που αποσκοπεί περισσότερο στον κοινωνικό αυτοπροσδιορισμό –σαν νανούρισμα των ενοχών και της ασύμβατης με τα σκονισμένα προστάγματα της νιότης μας, αποδοχή της πραγματικότητας- με sic αριστερίστικους όρους, κενούς νοήματος.

σ.σ. Η μεγάλη συμμετοχή της χώρας μας στο ¨οικολογικό¨ event του Σαββάτου, είναι ενδεικτική της υποκρισίας μας και θα μπορούσαμε άνετα να χαρακτηριστούμε ¨οικολόγοι της μιας ώρας¨, χωρίς να θέλω να επεκταθώ περαιτέρω!

Επιφυλάσσομαι να επανέλθω επί του συνόλου.

spyros

Μποτίλια στο πέλαγος είπε...

@ Orbitaldecay
Αγαπητέ φίλε, ευχαριστώ για τις υποδείξεις.
Δυστυχώς, όσο αφορά την ορθογραφία, είμαι σκράπας, γιατί για ένα διάστημα μεγαλύτερο των τριών δεκαετιών δεν έγραψα σχεδόν καθόλου στα Ελληνικά. Έτσι δυστυχώς, για ένα διάστημα ακόμη, ελπίζω μικρό, κάποια ορθογραφικά λάθη θα ταλαιπωρούν στα κείμενα που γράφω. Αυτό το κείμενο το διάβασες πριν το ελένξω, με αποτέλεσμα η ορθογραφία του να είναι χάλια.
Η αναφορά στο Μάο, ξεκινούσε από την χρονική διαδοχή των αντίστοιχων κινήσεων. Υπάρχει βέβαια ο υπαινιγμός, που δεν εκφράστηκε άμεσα ακόμη, ότι κάποιοι φροντίζουν, όταν γκρεμίζεται μια παράγκα να μεταφέρουν τα μπάζα στην επόμενη κατασκευή παραπήγματος.

@ Σπύρος
Συμφωνώ με όλες τις διαπιστώσεις που κάνεις.
Αυτό το στυλ ανάπτυξης της θεματολογίας θα το χαρακτήριζα δυναμικό. Με την έννοια, ότι τα ίδια τα γραφόμενα που προηγήθηκαν, καθοδηγούν την συνέχεια της ανάπτυξης του θέματος, μια και δεν τίθεται εκ προοιμίου αυστηρά κάποιος συγκεκριμένος στόχος. Η σκέψη ακολουθεί αβίαστα τη δική της ροή. Όπως ακριβώς υπάρχει από τον αναγνώστη του κειμένου επιφύλαξη τοποθέτησης, όσο αφορά αυτά που πρόκειται να ακολουθήσουν - όσο και εάν αυτό ακούγεται παράξενο - αντίστοιχη επίφύλαξη υπάρχει και από μένα, παρέχοντας κατ' αρχήν το δικαίωμα στη σκέψη να περιδιαβεί αβίαστα κάποιους χώρους.
Αυτό είναι ίσως το προτέρημα της οθόνης απέναντι στο χαρτί. Επιτρέπει μεγαλύτερη ελαστικότητα στην ανάπτυξη κάποιων ανησυχιών, λόγω των δυνατοτήτων που χαρακτηρίζουν αυτό το μέσον. Η φύση του, που βρίσκεται ίσως ανάμεσα στο σημειωματάριο και το έντυπο, μου φαίνεται ιδανική για ένα τέτοιου είδους χειρισμό.

ο νοών...νοείτω είπε...

Αδελφέ,
Η προσεκτική και επιστημονική θα έλεγα προσέγγιση του θέματος με καλύπτει σε μεγάλο βαθμό.
Θεωρώ ιδιαίτερα χρήσιμο σε αυτούς τους πονηρούς καιρούς, να υπάρχει λόγος επεξήγησης και ανάλυσης της όποιας μαζικής συμπεριφοράς.
Προς το παρόν, και μέχρι να ολοκληρωθεί η τοποθέτησή σου, θα συμφωνήσω και με τον Σπύρο στην ανάγκη ουσιαστικής ανέλιξης της ατομικής, έστω και υποκειμενικής, συνείδησης ως το μόνο δρόμο που μπορεί κάποια στιγμή να μας οδηγήσει στο να αγαπήσουμε πάλι τον εαυτό μας, και κατ΄ επέκταση τον διπλανό μας και το σπίτι μας.
Και όλα αυτά μακρυά από σύνδρομα.

Ανώνυμος είπε...

ΟΙ ΚΡΙΣΕΙΣ ΔΕΝ ΘΕΡΑΠΕΥΟΥΝ ΤΟΝ ΠΑΧΥΣΑΡΚΟ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ ..
Του Γιάννη Σχίζα


Οι οικονομικές κρίσεις δεν θεραπεύουν τις παχύσαρκες οικονομίες του φτασμένου καπιταλισμού. Απλά και μόνο τις δοκιμάζουν ή τις υποβάλλουν σε μια «Ιουράσεια» καταστροφή...

Οι μείζονες και «ενδογενείς» κρίσεις της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας ήταν πάντοτε κρίσεις υπερπαραγωγής. Ακόμη και όταν δεν έπαιρναν την ευδιάκριτη όψη της σώρευσης απούλητων καταναλωτικών αγαθών , οι κρίσεις εκδηλώνονταν με την αδρανοποίηση και υποαπασχόληση του παραγωγικού δυναμικού. Ο Σάμουελσον αναφερόταν στη διαδοχή ανοδικών και καθοδικών οικονομικών φάσεων από το 1795(1), ενώ στη δεκαετία του 1970 οικονομολόγοι όπως οι Μπάραν και Σουϊζυ(2) κατέγραφαν την υποαπασχόληση των παραγωγικών δυνάμεων σε συνθήκες ύφεσης, σε πολλούς τομείς της μεταπολεμικής διεθνούς οικονομίας . Στις ημέρες μας και μόνο στην αμερικανική οικονομία, δεκάδες χιλιάδες κατασχέσεις κατοικιών λόγω μη πληρωμής δόσεων, πιστοποιούν την υστέρηση της αγοραστικής δύναμης ως προς την προσφορά. Σε μια πρόσφατη γελιογραφία της International Herald Tribune , που φιλοξενούσε άρθρο του νομπελίστα οικονομολόγου Κρούγκμαν , τραπεζικοί παράγοντες «στημένοι» έξω από το σπίτι κάποιου ανώνυμου καταναλωτή, τον καλούσαν επίμονα να ξοδέψει(SPEND!).Σημείωνε ο Πωλ Κρούγκμαν : Οι λιανικές πωλήσεις στις ΗΠΑ έπεσαν κατακόρυφα, η ανεργία φτάνει στα επίπεδα υφεσιακής κατάστασης.. «Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι φωνασκίες κατά των κρατικών δαπανών και οι εκκλήσεις για «φορολογική υπευθυνότητα» εξακολουθούν να είναι της μόδας. Σήμερα όμως, η αύξηση των κρατικών δαπανών είναι η ενδεδειγμένη αγωγή».(3) Ανάλογες εξελίξεις διαδραματίζονται στην Ευρώπη, ενώ στην Ελλάδα πρόσφατο δημοσίευμα σε εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας. επιβεβαίωνε τις χιλιάδες αδιάθετες κατοικίες και την πτώση της ζήτησης.(4)
Στο προηγούμενο υφεσιακό επεισόδιο στις ΗΠΑ του 2001, ο Τζουλιέτο Κιέζα (5)σημείωνε ότι η ζήτηση ηλεκτρονικών υπολογιστών βρισκόταν στο μισό της παραγωγικής δυναμικότητας, ενώ η ζήτηση αυτοκινήτων αντιστοιχούσε στο 75% της παραγωγής. Το 2001 πάλι, η γερμανική οικονομία σημείωνε μηδενικούς ρυθμούς ανάπτυξης, η ιαπωνική οικονομία προσέφευγε σε απολύσεις και αυτοχειριασμούς παραγωγικών μονάδων και οι οικονομολόγοι μιλούσαν καθαρά περί επανάληψης του υφεσιακού σκηνικού του 1991-1992.
Από το 1929 και εντεύθεν, η αντιμετώπιση των κρίσεων δια μέσου της κρατικής παρέμβασης, υπαγόρευε διάφορες λύσεις. Υπήρχαν οικονομολόγοι που υποστήριζαν ότι ήταν προτιμότερο, αντί της ανεργίας, να απασχολούνται εργάτες στο να σκάβουν λάκκους και στη συνέχεια να τους γεμίζουν(!), με στόχο αφενός να παρέχονται αμοιβές που θα τονώνουν τη ζήτηση και αφετέρου να διατηρείται σε «φόρμα» το εργατικό δυναμικό, εν όψει της παραγωγικής απασχόλησής του στην επόμενη ανοδική φάση! Στη μεταπολεμική περίοδο του «Κράτους Πρόνοιας», η αποδοχή και εμπέδωση των αντικυκλικών πολιτικών ήταν τέτοια ώστε οι προβληματισμοί να αναφέρονται μόνο στο είδος της αντιϋφεσιακής παρέμβασης. Την ίδια περίοδο στην Αμερική, το ερώτημα των δημοκρατικών διανοουμένων «βούτυρο ή κανόνια», δήλωνε ακριβώς την ανάγκη πρόκρισης μιας αντιϋφεσιακής πολιτικής υπέρ της λαϊκής κατανάλωσης και εις βάρος της πολιτικής των στρατιωτικών επεμβάσεων.
Οι πόλεμοι αποτέλεσαν μια «εναλλακτική» μέθοδο διοχέτευσης του παραγωγικού δυναμικού και στήριξης της παραπαίουσας καπιταλιστικής οικονομίας. Η Γερμανία βγήκε από το παραγωγικό τέλμα της δεκαετίας του 1920 μόνο μετά τους εξοπλισμούς του 1933-36, η Αμερική «καθάρισε» με την ύφεση του 1938 -39 μόνο όταν μπήκε για τα καλά στον Β Παγκόσμιο πόλεμο, ενώ ανάλογες «συμπτώσεις» υφεσιακών καταστάσεων και πολεμικών εμπλοκών παρατηρήθηκαν το 1966 με το Βιετνάμ, το 1991 με τον πόλεμο «του Κόλπου» και το 2003 με το Ιράκ. Η κερδοσκοπία που είχε ως βάση όχι ενυπόθηκα δάνεια κατοικίας αλλά προϊόντα της βαριάς πολεμικής βιομηχανίας και ανθρώπινους θανάτους, είχε τη «χάρη» του «καπιταλισμού της συμφοράς», αλλά όχι και το όνομα.: Αυτό το απέκτησε μετά τον όλεθρο από το Τσουνάμι στη νοτιοανατολική Ασία τον Δεκέμβριο του 2004 , όταν οι επιχειρηματίες έσπευδαν να επωφεληθούν της καταστροφής εξαγοράζοντας ο,τιδήποτε έκριναν ως μελλοντικά επικερδές …..

ΜΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΑΧΥΣΑΡΚΗ ΔΕΝ ΘΕΡΑΠΕΥΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ…..

Οι κρίσεις είναι αποτελέσματα της υπερεπένδυσης που οδηγεί στην υπερπαραγωγή. Η υπερεπένδυση προέρχεται από την υπερεκμετάλλευση των μισθωτών και συνδυάζεται με την υστέρηση της «συνολικής κατανάλωσης» τελικών καταναλωτικών αγαθών σε σχέση με την συνολική παραγωγή. Η έννοια της «συνολικής κατανάλωσης» περιλαμβάνει αφενός την «κατανάλωση των καταναλωτών» - δηλαδή την κατανάλωση εκείνων των κοινωνικών ομάδων που δεν έχουν την αντικειμενική δυνατότητα ή την διάθεση να επενδύσουν - και αφετέρου την «κατανάλωση των επενδυτών», δηλαδή την κατανάλωση των εύπορων τάξεων που ασκούν επιχειρηματικές δραστηριότητες και επανεπενδύουν μέρος του εισοδήματός των.
Στην ανοδική φάση του οικονομικού κύκλου και υπό την πίεση του ανταγωνισμού, οι επενδυτές τείνουν στην αύξηση των επενδύσεών τους προκαλώντας αύξηση της παραγωγικότητας και παραγωγή μεγαλύτερης κλίμακας . Αντίθετη προς την επενδυτική δραστηριότητα στην οποία επιδίδονται οι «συνήθεις» επενδυτές, είναι η κατανάλωσή τους, που και αυτή υπόκειται σε μια ανταγωνιστική δυναμική : Οι βιλάρες των πλουσίων ανταγωνίζονται τις βίλες των άλλων πλουσίων, τα μεγάλα τζιπ προκαλούν την απάντηση των ακόμη πιο πολυτελών 4Χ4, τα κραυγαλέα και επιδεικτικά πάρτυ προκαλούν τα ακόμη πιο γκλαμουροειδή πάρτυ των άλλων, οι πολυτελείς γαμήλιες τελετές υπαγορεύουν άλλες, ανταγωνιστικές και πολυτελέστερες.Ο πλουτοκρατικός σνομπισμός διαχέεται σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα , προκαλεί μια «επανάσταση προσδοκιών»(6), όμως πολύ περισσότερο και από τα νέα καταναλωτικά ήθη επιβάλλει τη σκληρή υπερεργασία των μεσαίων στελεχών και την λυσσώδη διεκδίκηση της επιτυχίας. Το σύστημα δημιουργεί προκλητικές και αντιπεριβαλλοντικές μορφές κατανάλωσης, εκτρέφει τον φετιχισμό του καταναλωτή ως προς ορισμένα προϊόντα και δια μέσου της παραγωγής πολυτελών αγαθών αποδυναμώνει τους τομείς παραγωγής βασικών ειδών - προκαλώντας μέχρι και διατροφικές κρίσεις, υποβάλλοντας την ψευδή ιδεολογία περί μιας απόλυτης στενότητας αγαθών, τη στιγμή που μεγάλο μέρος του παραγωγικού δυναμικού έχει μετασχηματισθεί στα παράλογα και «θεαματικά» αγαθά της πλουτοκρατίας(7). Όμως η αυξανόμενη κατανάλωση των τάξεων που επενδύουν, συν την κατανάλωση των τάξεων που απλώς καταναλώνουν, αδυνατεί από ένα σημείο και πέρα να στοιχηθεί με το παραγωγικό δυναμικό.Αυτό το τελευταίο υπεραναπτύσσεται μέσα από παράλληλες και ανταγωνιστικές τεχνικές καινοτομίες , ενώ από την άλλη πλευρά η ανταγωνιστική φρενίτιδα σε συνδυασμό με την εισαγόμενη «μαύρη εργασία» των μεταναστών, καταβυθίζει το μέσο επίπεδο των διεθνών εργασιακών απολαυών και επιβάλλει εξωφρενικές παρατάσεις του εργάσιμου χρόνου. Δευτερογενής συνέπεια : Οι μισθωτοί δεν διαθέτουν αγοραστική δύναμη για να απορροφήσουν την πρόσθετη παραγωγή, υλοποιώντας αυτό που έβλεπε σαν ανάγκη ο πιονιέρος της αυτοκινητοβιομηχανίας Χένρυ Φορντ - δηλαδή οι εργάτες να έχουν χρήματα για να αγοράσουν τα αυτοκίνητά του! Ακόμη πιο σημαντικό , από μια σκοπιά «ποιότητας ζωής», είναι το γεγονός ότι οι μισθωτοί εκτός από χρήμα δεν διαθέτουν και χρόνο για να προβούν σε ψύχραιμες και ποιοτικές επιλογές, με στόχο την καλύτερη ικανοποίηση των αναγκών τους....
Εάν για μια στιγμή ο πόλεμος αποκλεισθεί ως μέσο αντικυκλικής πολιτικής, τότε θεωρητικά η «τιθάσευση του οικονομικού κύκλου» μπορεί να επέλθει δια μέσου της ανόδου της κατανάλωσης στα επίπεδα του παραγωγικού δυναμικού . Η αύξηση των μισθών και γενικά των εισοδημάτων που κατευθύνονται πρωτίστως στην κατανάλωση και ελάχιστα έως καθόλου στην αποταμίευση – επένδυση, αποτελεί βασική εναλλακτική λύση , που προϋποθέτει συγκεκριμένες πολιτικές του δημόσιου τομέα αλλά και την πίεση των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων. Στην ίδια «θεραπεία» οδηγεί και η εκτός της αγοράς διανομή εισοδημάτων προς κατανάλωση, φερ’ ειπείν από το Κράτος υπό τη μορφή επιδομάτων και ενισχύσεων, μηδέ των δωροεπιταγών (8) του Τζωρτζ Μπους εξαιρουμένων!
Η κατανάλωση πρέπει να «αρθεί» στο ύψος της τρέχουσας παραγωγής αλλά και του μακροπρόθεσμου παραγωγικού δυναμικού. Το πρόβλημα όμως είναι ότι η τέτοια συμπεριφορά, που πρέπει να είναι διεθνής ή τουλάχιστον πολυ-εθνική, προσκρούει στη πρακτική συγκεκριμένων κεφαλαιακών συμφερόντων και εθνικών σχηματισμών, που ελπίζουν «να τη βολέψουν» με τη μέθοδο της ακόμη παραπέρα συμπίεσης του εργασιακού κόστους και της όξυνσης του διεθνούς οικονομικού ανταγωνισμού. Ακόμη σημαντικό είναι το ότι οι πολιτικοί, «τοις κείνων (χ)ρήμασι πειθόμενοι» , εννοούν ως στήριξη της οικονομίας πρωτίστως την διατήρηση των υπαρκτών επιχειρήσεων και διαρθρώσεων και δευτερευόντως την ενίσχυση της ελλειμματικής καταναλωτικής ζήτησης των φτωχών. Επί πλέον η συμβατική και αγοραία πολιτική, ακόμη και όταν αναγνωρίζει τις επιπτώσεις της ελλειμματικής καταναλωτικής ζήτησης, κάθε άλλο παρά θεωρεί την συγκυρία ως «ευκαιρία» για την αλλαγή των καταναλωτικών προτύπων προς μια κατεύθυνση ποιότητας ζωής, προστασίας του περιβάλλοντος και βελτίωσης των δημοσίων υποδομών. Η «αβάσταχτη ελαφρότητα» της συμβατικής πολιτικής είναι ορατή δια γυμνού οφθαλμού στα μίντια των τελευταίων εβδομάδων : Κρατικοί παράγοντες, οικονομολόγοι του κατεστημένου και ανανήψαντες ή εν ενεργεία νεοφιλελεύθεροι, ασχολούνται με την «φαινομενολογία» της κρίσης, με τις χρηματοπιστωτικές όψεις της και με την καταρρέουσα επένδυση των επιχειρηματιών, αλλά όχι με την καταρρέουσα ζήτηση σπιτιών, ρούχων, τροφίμων, ιατρικών υπηρεσιών, αναψυχής . Κι ακόμη παρουσιάζουν το υφεσιακό επεισόδιο σχεδόν ως ουρανοκατέβατο, αποφεύγοντας μια ουσιαστική ανάλυση της ελλειμματικής καταναλωτικής ζήτησης των λαϊκών στρωμάτων, που είναι και το υπόβαθρο της οικονομικής αποσταθεροποίησης. Όσον αφορά τη κατηγορία των «προοδευτικών» πολιτικών, αυτοί συνήθως δεν έχουν να πουν τίποτε περισσότερο από «τους λαθεμένους κυβερνητικούς χειρισμούς» και άλλα αντιπολιτευτικά παρόμοια, παραγνωρίζοντας τον χαρακτήρα του οικονομικού κύκλου ως δομικής ιδιότητας του καπιταλισμού : Ως διαδοχής οικονομικών φάσεων αναπόφευκτης , όσο η διαδοχή του καλοκαιριού από το χειμώνα..
Οι κομφορμιστικές και ρηχές προσεγγίσεις περί οικονομικής κρίσης χαρακτηρίζουν ακόμη και περιοχές του πολιτικού φάσματος, που επικρίνουν το ισχύον καταναλωτικό πρότυπο. Παραδείγματος χάρη η πρόσφατη ανακοίνωση των «Οικολόγων Πρασίνων» για την κρίση (9), που ουσιαστικά περιορίζεται σε αιτήματα για τη βελτίωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος , ενώ παράλληλα αλλά παντελώς ασύνδετα με την εξόφθαλμη κατάρρευση της ζήτησης καταναλωτικών προϊόντων, καταθέτει τις «συνήθεις» προτάσεις για ενεργειακή εξοικονόμηση, φορολόγηση των αντιπεριβαλλοντικών δραστηριοτήτων κλπ.
Τον 19ο αιώνα ο Θορνστάϊν Βεμπλέν αναφέρθηκε στην «επιδεικτική κατανάλωση» (conspicuous consumption) της «αργούσας τάξης» της εποχής του(10), σε ένα βιβλίο που ήταν πρωτίστως κοινωνικό ψυχογράφημα και που δεν σχετιζόταν με τα προβλήματα της περιβαλλοντικά καταστρεπτικής κατανάλωσης. Σήμερα η κατανάλωση και για την ακρίβεια ο καταναλωτισμός, ανεξάρτητα από το κατά πόσο είναι επιδεικτικός ή υπάρχει απλώς πέρα από την οπτική εμβέλεια των μέσων πολιτών, θα μπορούσε επάξια να φέρει τον προσδιορισμό της «διεστραμμένης κατανάλωσης». Μέσα σε συνθήκες «πιλοτικής επιρροής» αυτής της βιτσιόζικης και υπερπολυτελούς κατανάλωσης, καθώς ευρύτατα κοινωνικά στρώματα επηρεάζονται από τα μεγαλοαστικά πρότυπα, υπάρχει αναμφισβήτητα ένας πανικός μπροστά στην εξελισσόμενη κρίση. Αρκετοί επικριτές του καταναλωτικού και «σκουπιδογόνου» οργίου παρατηρούν με χαιρεκακία την επερχόμενη «προσγείωση» στη σύνεση και στη λιτότητα, στην πιο έλλογη χρήση της ενέργειας, των μετακινήσεων, των οικοσκευών. Όμως οι κρίσεις δεν θεραπεύουν τις παχύσαρκες οικονομίες του φτασμένου καπιταλισμού : Απλά και μόνο τις υποβάλουν σε μια Ιουράσεια καταστροφή , εξαλείφοντας πολλά «επιχειρηματικά είδη» και καταλήγοντας στην ενίσχυση των ισχυρών και προσαρμοσμένων. Ελλείψει μιας ισχυρής, κοινωνικής και πολιτικής βούλησης υπέρ της ποιότητας ζωής, η υποχρεωτική , διατροφική, ενδυματολογική, ταξιδιωτική, ενεργειακή και κάθε άλλη σύνεση στη διαρκεια της καθοδικής φάσης του οικονομικού κύκλου, αδυνατεί να παγιωθεί ως εναλλακτικός τρόπος ζωής, σε μια σημαντική κοινωνική κλίμακα : Και η επόμενη ανοδική φάση της οικονομίας, απλώς συνεπιφέρει μια διαφορετική ταξική διανομή του όποιου εισοδήματος, με τις όποιες, φιλικές ή εχθρικές προς το περιβάλλον , προδιαγραφές. «Οικολο-λιτότητα», ως μοντέλο ποιότητας της προσωπικής ζωής και συνετής διαχείρισης των φυσικών πόρων, δεν μπορεί να προέλθει από οικονομικούς αυτοματισμούς, δεν μπορεί να είναι το «αυθόρμητο μάθημα» από το «πάθημα» της οικονομικής κρίσης. Η οικολογικοποίηση της κατανάλωσης και κατά συνέπεια της παραγωγής, μπορεί να εκπηγάσει μόνο από την ανάπτυξη της οικολογικής συνείδησης.
Οι οικονομικοί αυτοματισμοί αδυνατούν να επιφέρουν έναν μεγάλης κλίμακας ποιοτικό μετασηματισμό. Παρ’ όλα αυτά η διαμεσολάβηση του «υποκειμενικού παράγοντα» για την πραγματοποίηση κοινωνικών αλλαγών, παραγνωρίζεται συχνότατα από αναλυτές που μελλοντολογούν ασυστόλως, χρησιμοποιώντας «αντικειμενικά δεδομένα» και επικαλούμενοι δυναμικές πέρα από τη σφαίρα της ιδεολογίας. Δεν είναι επομένως παράδοξη η ανάδυση αντιλήψεων παλαιοκομμουνιστικού χαρακτήρα, κοντινές με αυτές που διατύπωνε η Ρόζα Λούξεμπουργκ στις αρχές του προηγούμενου αιώνα ή ο Στάλιν μερικές δεκαετίες αργότερα, που προανήγγελαν την αυτόματη κατάρρευση του καπιταλισμού ή την παραγωγική στασιμότητά του. «Ο Καπιταλισμός πλησιάζει στο τέλος του»(11), διαβεβαιώνει ο Ιμάνουελ Βαλερστάϊν, στα πλαίσια μιας αβαθούς ανάλυσης , που έτυχε μιας δυσανάλογα μεγάλης δημοσιότητας. Αλλά και ο Αντρέ Γκορζ, επηρεασμένος από ανάλογα ιδεολογήματα περί αντικειμενικών εξελίξεων, ανέθετε σε μια εξωϊδεολογική ειμαρμένη την κοινωνική αλλαγή: Το δοκίμιό του «Οι δρόμοι του παραδείσου» υποτιτλίζεται με μια φράση-ευσεβή πόθο: «Η επιθανάτια αγωνία του κεφαλαίου»...


Η «ΑΓΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ» ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ
Το να αναφέρεται κανείς σε μια «περιβαλλοντικά φιλική» και συνετή κατανάλωση μέσα σε συνθήκες κρίσης, φαίνεται πιθανώς ανάλογο με το να μιλάει για σχοινί στο σπίτι του κρεμασμένου ! Το να υποστηρίζει κανείς ότι «Το ΑΕΠ δεν κάνει την ευτυχία» (12) μπορεί περίφημα να αντιστρέφεται στο γνωμικό ότι «ευτυχία χωρίς ένα κάποιο ΑΕΠ δεν υπάρχει»!
Η κατάρρευση του λιανικού εμπορίου και η υποχώρηση όλων των παραγωγικών κλάδων με δευτερογενείς και τριτογενείς συνέπειες, θέτει προς τους οικολογιζόμενους όλων των αποχρώσεων το ερώτημα : Μήπως η αντιμετώπιση της κρίσης επιβάλλει την προσωρινή ανοχή της «υπαρκτής» κατανάλωσης , έστω κι αν αυτή σε μεγάλο βαθμό συνίσταται από προϊόντα καταστρεπτικά για την ποιότητα της ζωής και του περιβάλλοντος; Μήπως στις σημερινές συνθήκες πρέπει να υπάρξει ένα «οικολογικό μορατόριουμ» στην κριτική ενάντια στην ανορθολογική χρήση ιδιωτικών μεταφορικών μέσων, στην οικοδόμηση εξοχικών κατοικιών με ανακτορικές προδιαγραφές, στην υπερβολική κρεοφαγία και πολυφαρμακία , στις ενεργειοβόρες και «σκουπιδογόνες» πρακτικές, γενικώς απέναντι σε όλα τα συμβατικά προϊόντα - μόνο και μόνο γιατί αυτά έχουν το προσόν να παράγουν άμεσα και έμμεσα απασχόληση, να ανοίγουν αγορές και να δημιουργούν κέρδη και εισοδήματα;
Δεν χωράει αμφιβολία ότι ένα μέρος από τη σημερινή κατανάλωση είναι ιδιαίτερα προβληματικό για την ποιότητα ζωής , ενώ επίσης είναι αναντίρρητο ότι σημαντικό μέρος του πληθυσμού βρίσκεται στα όρια της φτώχειας. Όμως μια αντιυφεσιακή πολιτική τόνωσης της ζήτησης θα μπορούσε να λάβει υπόψη την ελλείπουσα ποιότητα των μεν και την ελλείπουσα ποσότητα των δε. Θα μπορούσε να προωθήσει νέου τύπου δράσεις , αντιμετωπίζοντας τα βουλητικά σύνδρομα των πρώτων και τα στερητικά σύνδρομα των δεύτερων. Με αυτό ακριβώς το πνεύμα υπογράμμιζα σε προηγούμενο άρθρο μου (13) τη δυνατότητα μιας άλλης αντικυκλικής πολιτικής, μακριά από τα στερεότυπα της ενίσχυσης κάποιων επιχειρηματιών που παράγουν είδη προβληματικά για την βιόσφαιρα και την ποιότητα ζωής : « Το κράτος θα μπορούσε να «εισάγει» ενεργό ζήτηση στην οικονομία, όχι απλά και μόνο γεμίζοντας τις τσέπες κάποιων αλλά καινοτομώντας στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών, των ποιοτικών γεωργικών προϊόντων…. Η επιλεκτική αντιυφεσιακή παρέμβαση θα μπορούσε να στοχεύει σε ένα «μεταϋφεσιακό» σκηνικό πιο πράσινο και οικολογικό».
Οι ιδέες αυτές, άμεσα ή έμμεσα, φαίνεται να απασχολούν ποικίλους διαμορφωτές της κοινής γνώμης .. Παράδειγμα οι απόψεις του διαβόητου χρηματιστηριακού παράγοντα Τζωρτζ Σόρος : Αυτός ο τελευταίος υποστηρίζει σε συνέντευξή του(14) όχι μόνο ότι «η αμερικανική κυβέρνηση οφείλει να υποδαυλίσει τη ζήτηση» αλλά και επί πλέον ότι «το κράτος πρέπει να συμβάλει στην ανάπτυξη νέων μορφών ζήτησης». Και σαν τέτοιες ο Σόρος εννοεί τις προερχόμενες από την υποστήριξη «ενός δυναμικού κλάδου απορρύπανσης, για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής». Υπογραμμίζει ο Σόρος : «Η μείωση των εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων προϋποθέτει επενδύσεις μεγάλης κλίμακας, που όμως συν τω χρόνω θα λειτουργήσουν ως κινητήρας της οικονομικής ανάπτυξης, αντισταθμίζοντας κατά κάποιο τρόπο τη μειούμενη κατανάλωση». Αλλά και ο Πωλ Κρούγκμαν στο προαναφερθέν άρθρο του, μιλάει σε ανάλογο μήκος κύματος για τις δαπάνες με στόχο την αναβάθμιση των δημοσίων υποδομών, που μπορούν να τονώσουν τη ζήτηση και να δράσουν αντικυκλικά.
Το μεγάλο ζήτημα αυτής της συγκεκριμένης κρίσης που συμπίπτει με την κρίση της βιόσφαιρας, είναι όχι απλά και μόνο να περάσει χωρίς πολέμους, αλλά και να μην ακολουθηθεί από μια πιστή επανάληψη του τρέχοντος, περιβαλλοντοκτόνου μοντέλου, με τη συμβατική παραγωγή και κατανάλωση. Το μεγάλο ζήτημα είναι να αξιοποιηθούν τα διδάγματα της υποχρεωτικής καταναλωτικής σύνεσης και να εμπεδωθούν, από «υποψιασμένους» και μη. Να δειχθεί η οικονομική καταβύθιση που επιφέρει περιοδικά ο «καθαρός καπιταλισμός» χωρίς κρατική παρέμβαση. Να δηλωθεί η αδυναμία του συστήματος να πορεύεται ομαλά, χωρίς εγγενείς ναρκοθετήσεις και σπατάλες. Και γενικώς να μην εισπράξουμε «μία από τα ίδια» στην επόμενη φάση της οικονομικής ανόδου, σε ένα σκηνικό μεγαλύτερης οικονομικής ανάπτυξης….

ΣΗΜΕΙΏΣΕΙΣ
1.Πωλ Σάμουελσον, «Οικονομική», εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα
2.Paul Baran and Paul Sweezy, “Monopoly capital”, wikipedia
3.Paul Krugman, “Let’s get fiscal”, από τον δικτυακό τόπο www.ppol.gr(19.10.2008)
4.Γιάννη Σιώτου, «Έπεσε το κάστρο της ελληνικής οικονομίας», «Καθημερινή» 19.10.2008
5.Γιάννη Σχίζα, «Κρίσεις και ποιότητα ζωής», ΕΠΟΧΗ 29.7.2001
6.Ξενοφών Ζολώτας, «Οικονομική μεγέθυνση και φθίνουσα κοινωνική ευημερία», Έκδοση Τράπεζας της Ελλάδος,
Αθήνα 1981
7.Αντρέ Γκορζ, «Οι δρόμοι του παραδείσου», εκδόσεις Κομμούνα, Αθήνα 1986.
8. Μπάμπης Μιχάλης, «Οι δωροεπιταγές δεν σώζουν τις ΗΠΑ», ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 24.8.2008
9. Ανακοίνωση «Οικολόγων Πρασίνων», 20 Οκτωβρίου 2008
10. Thorstein Veblen, “The theory of the leisure class”, Wikipedia και Έρικ Ρολλ, «Ιστορία της οικονομικής σκέψεως», εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα
11. Εφημερίδα ΕΠΟΧΗ, συνέντευξη με τον Ιμάνουελ Βαλερστάϊν», 19.10.2008
12.Γιάννη Σχίζα, «Εικονικό ή Πραγματικό, το ΑΕΠ δεν κάνει την ευτυχία», περιοδικό ΟΙΚΟΤΟΠΙΑ, Οκτώβριος 2006
13.Γιάννη Σχίζα, «Η κρίση θέλει καλοπέραση», ΕΠΟΧΗ 12.10.2008 και «Η υπαρκτή ύφεση και η οικολογία»,
ΕΠΟΧΗ 21.9.2008
14. Τζωρτζ Σόρος, συνέντευξη στο «Νουβέλ Ομπσερβατέρ»,5.10.2008