29 Μαρτίου, 2009

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΟΥΚΟΥΛΑΣ

Από τον φίλο Νίκο έλαβα την ανάρτηση που ακολουθεί από το Μπλογκ droit-penal.bolgspot.com μιας νεαρής ιστολόγου. Η ευχή να εκφρασθούν ενεργά οι νεώτεροι στο διαδίκτυο είναι αναμφίβολα και δική μου, γιατί οι νέοι αποτελούν την ελπίδα μας.
Έτσι ευχαρίστως αναδημοσιεύω την ανάρτηση.

Ποινικοποίηση της κουκούλας ή “κουκούλωμα” του ποινικού δικαίου;

Την ψήφιση και επεξεργασία νέου νομοσχεδίου εξήγγειλε η κυβέρνηση δια στόματος του Υπουργού Δικαιοσύνης κύριου Δένδια, πυροδοτώντας έντονη κοινωνικοπολιτική συζήτηση με επιχειρήματα ένθεν και ένθεν. Η γενικόλογη εξαγγελία, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την σημερινή διατύπωσή της, αναφέρεται στην ποινικοποίηση (: την καταγραφή, δηλαδή, ως πράξης που επισύρει ποινική κύρωση) της χρήσης κουκούλας σε περιπτώσεις διάπραξης των εγκλημάτων σωματικής βλάβης, διακεκριμένων περιπτώσεων φθοράς ξένης ιδιοκτησίας (άρθρο 382ΠΚ), στάσης (άρθρο 170 ΠΚ) και διατάραξης ειρήνης πολιτών (άρθρο 190 ΠΚ). Σημειωτέον δε ότι δεν είναι η πρώτη φορά που ποινικός νόμος ορίζει κύρωση σε περιστατικά αποτύπωσης τέτοιων συμπεριφορών. Το άρθρο 167§2 ΠΚ αναφέρει χαρακτηριστικά ότι : "Αν οι πράξεις που προβλέπει η προηγούμενη παράγραφος ("όποιος μεταχειρίζεται βία ή απειλή βίας για να εξαναγκάσει κάποια αρχή ή υπάλληλο να ενεργήσουν πράξη που ανάγεται στα καθήκοντά τους ή να παραλείψει νόμιμη πράξη καθώς και όποιος βιαιοπραγεί κατά υπαλλήλου ή προσώπου που έχει προσληφθεί ...") έγιναν από πρόσωπο που οπλοφορεί ή φέρει αντικείμενα με τα οποία μπορεί να προκληθεί σωματική βλάβη ή έχει καλυμμένα ή αλλοιωμένα τα χαρακτηριστικά του ή έγιναν από περισσότερους, καθώς και αν το πρόσωπο κατά του οποίου στράφηκε η πράξη διέτρεξε σοβαρό προσωπικό κίνδυνο, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών, εφόσον η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη διάταξη. Βλέπουμε, λοιπόν, πως η τακτική δεν είναι άγνωστη στον ποινικό νομοθέτη. Πάντως σε κάθε περίπτωση, δε σημαίνει ότι νόμος που επιβλήθηκε κάποτε, υπό το πρίσμα ιστορικών ενδεχομένως ή άλλων συγκυριών, τίθεται στο απυρόβλητο και δε μπορεί ανά πάσα στιγμή να επαναπροσδιοριστεί ή ακόμη και να καταργηθεί εάν το άλλοτε πρόσφορο έδαφος εφαρμογής του απαλείφθηκε.

Απευθυνόμενο το παρόν άρθρο αδιακρίτως προς κάθε άτομο που ενδεχομένως να μην έχει οιαδήποτε σχέση με το νομικό αντικείμενο (και δη το αμιγώς ποινικό τμήμα του), υποχρεούται στην παροχή ορισμένων διασαφηνιστικών παραμέτρων.

Καταρχάς, βασική σταθερά του ποινικού δικαίου αποτελεί το γεγονός ότι η επιβολή οποιασδήποτε ποινής έρχεται σε απάντηση της προσβολής ενός εννόμου αγαθού( : ενός στοιχείου, κατάστασης ή και -κατά ορισμένους θεωρητικούς- σχέσης, αναγνωρισμένου από την κοινωνία ως προστατευτέου λόγω της υψηλής σημασίας διατήρησής του). Αυτό παραπέρα σημαίνει ότι για να υπάρχει λόγος επιβολής ποινής πρέπει πρώτα να διαπιστώνεται η ύπαρξη ενός από τα ως άνω έννομα αγαθά (όπως πχ. η ζωή, η περιουσία, η τιμή του ατόμου, η δημόσια τάξη κλπ.) έτσι ώστε η επιβολή ποινής να απαντά στην προσβολή αυτού. Και εδώ τίθεται το πρώτο θέμα στην ποινικοποίηση της κουκούλας. Αν το να φορά κανείς κουκούλα ποινικοποιηθεί ως τρόπος τέλεσης ενός εγκλήματος στη βάση ότι πρόκειται για πράξη (η ένδυση με κουκούλα) που σχετίζεται με τον αντικειμενικά άδικο χαρακτήρα της, κάτι που ευχής έργο θα ήταν να βρίσκεται μακριά από τη λογική της κυβέρνησης, τότε εύλογα αναρωτιέται κανείς ποιο ακριβώς έννομο αγαθό βλάπτει κάποιος φορώντας κουκούλα; Προσωπικά, η γράφουσα δεν έχει βρει απαντήσει ικανή να στοιχειοθετήσει λόγο επιβολής ποινικής κύρωσης.

Θα μπορούσε ίσως εδώ να υποστηριχθεί ότι η υπό την ένδυση κουκούλας τέλεση μιας πράξης δυσχεραίνει εξαιρετικά την ανίχνευση και συγκεκριμενοποίηση στην απόδοση ευθυνών ως προς το δράστη ( : η αστυνομία δηλαδή δε μπορεί να διακριβώσει ποιος τέλεσε τι), και υπό αυτήν την έννοια παρεμποδίζεται το έργο απονομής της δικαιοσύνης. Παραμένει όμως αναπάντητο ή έστω ισχνώς περαιωμένο το ερώτημα περί του εννόμου αγαθού που βλάπτεται απ' την πράξη του να φέρει κάποιος κουκούλα ( : "κουκουλοφόρος"). Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί εδώ ότι η εύρεση και σύλληψη ενός δράστη έχει να κάνει με ποινικές διαδικασίες δικονομικού χαρακτήρα ( : σύνδεση της σύλληψης με την άσκηση της ποινικής δίωξης εκ μέρους των ρητά οριζόμενων στο νόμο για αυτό πράξη), ήτοι ο νόμος που ποινικοποιεί μια πράξη (εδώ την ένδυση με κουκούλα)προκειμένου να διευκολύνει τα όργανά του να προβούν σε πιο ευχερή άσκηση ποινικής δίωξης, ουσιαστικά αντιμετωπίζει το άτομο-δράστη ως αντικείμενο προς απόδειξη της πράξης του ( : "Μη φοράς κουκούλα γιατί με εμποδίζεις από το να βρω ποιος είσαι. Όταν δε φοράς κουκούλα σε βρίσκω και σου ασκώ συγκεκριμένα και ονομαστικά πλέον ποινική δίωξη. ). Κάτι τέτοιο, όμως αντίκειται στο Σύνταγμα μας που ρητά στο άρθρο 2 ορίζει ότι ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας. Ερμηνεύοντας αυτή τη διάταξη, την απόλυτα συμπλέουσα με το Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) θα λέγαμε τα εξής : Όταν η Πολιτεία έχει ορίσει τον εαυτό της ως το μέγιστο θεματοφύλακα της ανθρώπινης αξίας, χρησιμοποιώντας αυτή η Πολιτεία (μέσω των οργάνων της) τον άνθρωπο ως μέσο, πλέον, προς απόδειξη και διακρίβωση εγκλημάτων, παραβιάζει κατάφωρα τη διάταξη που η ίδια έχει θέσει, καθιστώντας τον ως όργανο-ανδρείκελο των διαδικασιών της. Επιπλέον, το ανωτέρω Πρωτόκολλο ορίζοντας τα δικαιώματα του κατηγορουμένου αναφέρει το δικαίωμα της μη αυτοενοχοποίησής του. Συνεπώς, όταν ο νόμος δεν απαιτεί από τον κατηγορούμενο (έναν άνθρωπο που ήδη φέρει το στίγμα της διαδικασίας ποινικής καταστολής) το να θέσει τον εαυτό του ως "έδαφος πρόσφορο" προς διευκόλυνση εξέλιξης της ίδιας της ποινικής δίκης, πόσο μάλλον δε θα πρέπει να κάνει κάτι αντίστοιχο σε επίπεδο "δυνάμει" κατηγορουμένων, ατόμων, δηλαδή, τα οποία δεν τέθηκαν (τουλάχιστον σε στάδιο προκαταρκτικής εξέτασης) υπό τη σκέπη ενός ποινικού στιγματισμού.

Πρακτικό έλλειμμα της όλης σύλληψης το εξής ανακύπτον θέμα : Αν οι εκάστοτε κουκουλοφόροι συλληφθούν, μοιραία απεκδύονται της κουκούλας. Αν δε συλληφθούν επ' αυτοφώρω, δεν πρόκειται να συλληφθούν ποτέ, αφού όταν διέπρατταν το έγκλημα φορούσαν κουκούλα, άρα δεν πρόκειται να αναγνωριστούν. Οπότε, σε τι ακριβώς πρακτικά εξυπηρετεί η τόσο μεθοδευμένη προσπάθεια αποτροπής χρήσης της;

Ζήτημα που προκαλεί σύγκρουση δικαιωμάτων : Σε μία πορεία που εξελίσσεται ως "στάση" ( : το έγκλημα, δηλαδή που περιγράφεται στη νομοτυπική μορφή του άρθρου 170 ΠΚ), οι συμμετέχοντες στην πορεία διαδηλωτές, των οποίων οι πράξεις -που μπορεί απλά να συνοψίζονται στη συμμετοχή τους αυτή καθαυτή στην πορεία- καταγράφονται από κάμερες, έχουν κάθε δικαίωμα να λένε ότι φοράνε κουκούλα για να αποφύγουν την αθέμιτη αποτύπωση των προσώπων τους, που με αυτόν τον τρόπο παραβιάζει προσωπικό δικαίωμα. Σαφώς υπάρχει πάντα, σε κατάσταση σύγκρουσης δικαιωμάτων στάθμιση του προέχοντος έννομου αγαθού. Όμως ανάμεσα στην σίγουρη de facto προσβολή ατομικών ελευθεριών και στην πιθανή διασάλευση της κοινωνικής ειρήνης ή ακόμη και της περιουσίας δεν είναι εύκολο να υπερθεματίσει κανείς με τόση ευκολία το δεύτερο.

Έτερο ζήτημα πρακτικής σημασίας είναι η άνιση μεταχείριση των οργάνων καταστολής και των διαδηλωτών όταν και όπου οι δύο αυτές κατηγορίες φοράνε κουκούλα. Σε σχετική διατύπωση από φοιτητές μεταπτυχιακού τμήματος ποινικού δικαίου ΑΠΘ ότι οι διαδηλωτές φοράνε κουκούλα ως προστασία από δακρυγόνα, η εκφορά και μόνο της άποψης προκάλεσε το μειδίαμα κάποιων εκ των συναδέλφων τους. Δεν τέθηκε, όμως, το θέμα του πως θα πρέπει να αντιμετωπιστούν τα αστυνομικά όργανα που έχουν την ίδια ακριβώς προστασία μέσω της αρμόζουσας ένδυσης με κουκούλα όταν καλούνται να αντιμετωπίσουν τους διαδηλωτές. Δηλαδή, αν θεσπίσουμε μια διάταξη που ποινικοποιεί την κουκούλα στις πορείες, πρέπει να θεσπίσουμε και μια εξαίρεση από τη διάταξη για τους αστυνομικούς που έρχονται ως δυνάμεις καταστολής των διαδηλώσεων και φέρουν και αυτοί κουκούλες ως αναγκαία εξάρτυση. Βέβαια, είναι σίγουρο πως αν ετίθετο το θέμα των "κουκουλοφόρων" αστυνομικών στην εν λόγω συζήτηση, δε θα εξακολουθούσε το μειδίαμα στα χείλη κανενός.


Αλλά επειδή είμαστε επιστήμονες και τυχαίνει να ασχολούμαστε με ένα αντικείμενο που άπτεται και πολλών άλλων επιστημονικών κλάδων, σε περιπτώσεις που όντως συμβαίνει κάτι τέτοιο, μήπως θα πρέπει να εξετάζουμε και τα επιστημονικά πια πορίσματα και αυτών των κλάδων; Σε απλά ελληνικά, οδεύουμε στο να δημιουργήσουμε ένα νομοσχέδιο με έντονη την αγωνία ενός υφέρποντος ερωτήματος : Μήπως αυτοί που φοράν κουκούλα, αν δεν την φορούσαν δε θα έκαναν αυτά που κάνουν; Μήπως οι κουκουλοφόροι που ξυλοκόπησαν άγρια προ ολίγου καιρού τον καθηγητή Νομικής κ. Γιάννη Πανούση, εν μέσω μιας κατάμεστης αίθουσας, αν δεν φορούσαν κουκούλα δεν είχαν άλλως "πρόσωπο" για να προβούν σε μια τέτοια πράξη; Η απάντηση δε συνιστά νομικό ζήτημα, μάλλον κοινωνιολογικό ή και ψυχολογικό ομοιάζει. Όμως, ποια επιστήμη, πλην της προσφιλούς στατιστικής που δεν πρόκειται περί άλλου παρά του "ψεύδεσθαι με αριθμούς", είναι σε θέση να διαγνώσει ότι ο κουκουλοφόρος ως τέτοιος είναι πιο θαραλλέος από τον άνθρωπο που δείχνει το πρόσωπό του; Αν υπάρχει σοβαρή κοινωνιολογική μελέτη στην Ελλάδα καλείται να καταθέσει τα πορίσματά της. Και αν δώσει καταφατική απάντηση στο εν λόγω ερώτημα πρέπει να απαντήσει και ως προς το κατά πόσο είναι σίγουρο αν αυτός που δε φοράει κουκούλα σίγουρα δε θα έκανε τίποτα παρά μόνο φορώντας την. Γιατί ας μην ξεχνάμε ότι δεν είναι λίγες οι φορές που, στον αντίποδα της σκέψης ότι φορώντας κουκούλα κάνεις μεγαλύτερο κακό ή πάντως κάνεις κάποιο κακό, διεπράχθησαν πολύ στυγερότερα εγκλήματα από αυτά που είχαν σκοπό οι δράστες να διαπράξουν, επειδή ακριβώς δε φορούσαν κουκούλα ( : πχ ληστής που δεν είχε εξαρχής σκοπό ανθρωποκτονίας, φόνευσε τελικά το θύμα του επειδή τον είδε χωρίς κουκούλα και υπήρχε κίνδυνος αναγνώρισής του). Όπως επίσης, υπάρχει και η περίπτωση του εγκληματία που ο ίδιος αυτοηρωποιείται μέσω της εγκληματικής δραστηριότητάς του, νιώθοντας ευχαρίστηση να επιδεικνύει το πρόσωπό του νομίζοντας ότι αποκτά άλλοτε γόητρο και άλλοτε δημοσιότητα και επιδιώκοντάς ακριβώς αυτό. Υπό το πρίσμα αυτών των σκέψεων ποιος εγγυάται, ως επιστημονικό απαύγασμα πλέον, το ότι αυτός που δε φέρει κουκούλα δε θα εγκληματήσει; Η ακόμη το ότι, πέραν της κουκούλας δεν υπάρχουν άλλοι τρόποι διευκολυντικοί να δράσει (υπό συνθήκες νυχτερινού σκότους πχ.); Τότε μήπως θα πρέπει να αρχίσουμε να θεωρούμε επιβαρυντική και την περίπτωση ότι κάποιος εγκληματεί νύχτα και όχι ημέρα;

Σίγουρα το να κρύβεσαι πίσω από μια κουκούλα, διαπράττοντας ταυτόχρονα πράξεις αναφερόμενες στον Ποινικό Κώδικα, δεν είναι προς παρασημοφόρηση. Καταδικάζεται απερίφραστα κάθε πράξη προσβολής που περιέχει ή όχι βία. Και καταδικάζεται όχι σε θεωρητικό επίπεδο. Υπάρχουν νόμοι, διαδικασίες, και εχέγγυα που λειτουργούντα ορθώς, αποδίδουν τα μέγιστα στην απονομή δικαιοσύνης. Αλλά είναι άλλο το να έχουμε συναίσθηση ότι πρέπει να λειτουργήσουν οι θεσμοί που είναι περισσότερες φορές απ' ό,τι πιστεύουμε επαρκείς, και άλλο το να υποδεικνύουμε στους πράττοντες έκνομα το πόσα αυγά θα πετάξουν στα ματ, πόσο έντονα θα σφιχταγκαλιάζονται την πορεία και αν η κουκούλα τους θα είναι ένα ανάποδο καλσόν ή η προέκταση της ζακέτας τους.

Τα θέματα που αναφύονται είναι πολύ πιο σοβαρά απ' ό,τι κανείς φαντάζεται. Αυτό τουλάχιστον αποδεικνύει η προχειρότητα της εξαγγελίας και της ποινής, η οποία ακούστηκε ότι θα είναι από 2 έως 10 χρόνια. Και ένας φοιτητής ακόμη νομικής μπορεί να διακρίνει ότι πρόκειται περί ανεπίτρεπτου δογματικά σχήματος καθότι οι ποινές έχουν διαβάθμιση βάσει ΠΚ από 10 μέρες έως 5 χρόνια οπότε το έγκλημα που τυποποιείται θα είναι πλημμέλημα, ενώ από 5 έως 20 χρόνια η ποινή που απειλείται είναι η κάθειρξη και το έγκλημα για αυτό χαρακτηρίζεται ως κακούργημα. Όταν, λοιπόν η ποινή που απειλείται εκτείνεται από 2 έως 10 χρόνια, το προσδιοριζόμενο έγκλημα τι ακριβώς συνιστά; Κακούργημα ή πλημμέλημα; Τόσο πασιφανής αναντιστοιχία δεν έχω υπόψη να υπάρχει σε ποινικό νομοθέτημα έως σήμερα. Και επειδή θα ήταν πραγματικά τραγικό να νοηθεί ότι οι κυβερνώντες όχι μόνο οι ίδιοι είναι πλήρως ακατάρτιστοι αλλά δεν έχουν και το κατάλληλο προσωπικό να τους ενημερώσει για το εγχείρημα, μάλλον θα μας συνέφερε σα λαό να υποθέσουμε ότι πρόκειται, άλλη μια φορά, περί δημιουργίας εντυπώσεων και μπαλώματος ημιμαθών κοινωνικών συνειδήσεων. Όταν, όμως κόβεις και ράβεις στα μέτρα σου ένα τόσο αποφασιστικό εργαλείο καταστολής όπως αυτό του ποινικού δικαίου, με τη χειραγώγηση ουσιαστικά κοινωνικών συμπεριφορών (γιατί κακά τα ψέματα όταν επιβάλλεις στον άλλο μεγαλύτερη ποινή επειδή φοράει κουκούλα, επεμβαίνεις καταρχήν στο τρόπο ενδυμασίας του που δεν είναι τόσο άνευ σημασίας όσο θέλουμε να πιστεύουμε), τότε είναι πολύ λίγο πιθανό να μην εισπράξεις περισσότερες σπασμένες βιτρίνες και εξοργισμένους ανθρώπους, για τους οποίους δεν έχεις φροντίσει νωρίτερα (πολύ πριν κατέβουν στην πορεία) να εξυγιάνεις τις αποσαρθρωμένες σου δομές ως κράτος Πρόνοιας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: