21 Νοεμβρίου, 2007

ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΔΙΗΓΗΜΑΤΩΝ "ΤΟ ΚΟΚΚΑΛΟ ΤΟΥ ΑΕΤΟΥ"

ΜποΣτοΠελ, "Τζερόνιμο"

Πέρασαν εικοσιένα χρόνια από τότε που στριμωγμένος στους τέσσερεις τείχους, με νοσταλγία για τη μάνα μου και τους δικούς μου, βρήκα σα διέξοδο εκφυγής το να γράψω το "Κόκκαλο του Αετού". Ίσως να παραμύθιαζα τον εαυτό μου, σκαρώνοντας ένα γράπωμα επί χάρτου.
Πιστεύοντας ότι έτσι εκπλήρωσαν το ρόλο τους αυτές οι σύντομες ιστορίες, δεν επιδίωξα κάποια δημοσίευση.

Γιατί επιτρέπω τώρα στον Τζερόνιμο να χαρή λίγο το ψηφιακό αεράκι;
Νομίζω σαν μια μικρή ανταπόδοση της παρέας που μού κράτησε. Το πνεύμα της εποχής θέλησε να είναι ερυθρόδερμος. Θα μπορούσε όμως να είναι άνετα και μπαστουνόβλαχος. Οι εκδρομείς της συνείδησης γνωρίζουν, ότι η ένταση που αναδύουν τα υψίπεδα του Μεξικού δεν υπερέχει έναντι του ψιθυρίσματος που σιγοτραγουδούν κάποια πλακόστρωτα δίπλα μας. Ιδιαίτερα όταν αυτό διέρχεται μέσα από το μπουζουκάκι και γίνεται αμανές.



ΑΝΑΒΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΡΜΑΡΟ


Εκείνο το μεσημέρι δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Πολλά ήταν αυτά που με απασχολούσαν. Όλος ο κόσμος έμοιαζε προβληματικός.
Θυμήθηκα τα λόγια του Τζερόνιμο: "Να μη φοβάσαι τους μπελάδες. Πάρε φόρα και πέσε πάνω τους".
"Μα αγώ είμαι πιο ευάλωτος από αυτούς", απάντησα. "Άν πέσω απάνω τους θα με μαζέυετε."
Αυτός μετά χαμογέλασε, περιμένοντας μια τέτοια αντίδραση.
"Έλα ρε", είπε. "Αυτό που σκοτώνει είναι το σοκ μπροστα στην ασθένεια, όχι η ίδια. Βουνά από μερμύγκια είναι όλα, για να μή σου πώ από κεραμιδόσκονη. Το χειρότερο που μπορεί να σου συμβή, είναι να τα αφήσης στην ησυχία τους".
"Γιατί;" ρώτησα.
"Τα μερμύγκια τρέφονται με ψυχές. Θα σου την καταφάνε λίγο-λίγο. Αυτή είναι η τέχνη τους. Αργά αλλά σταθερά. Έτσι ώστε να μη φαίνεται το αίμα που χάνεις. Μια γρατζουνιά τη φοβόμαστε. Το φαγοπότι πάνω μας όταν γίνεται με το μαλακό, το ανεχόμαστε. Τα μερμύγκια γίναν με το αίμα σου τερμίτες, φίλε", είπε.

Προσπάθησα να ξεχωρίσω με το βλέμμα ένα κομμάτι ήλιο ανάμεσα στη μόλυνση. Αυθόρμητα επανήλθε στο μυαλό μου μια άλλη φράση του Τζερόνιμο: "Ο ήλιος όταν είναι στην Αττική, είναι στο σπίτι του".
"Το αίμα είναι η ζωή. Άς το να τρέξη - γίνε ευαίσθητος. Όπως το αίμα διαχέει τη ζωή, έτσι το πνεύμα διαχέει τα πάντα." συμπλήρωσε.
Άρχισα να σφυράω το "Σημαία από νάυλον".
"Κάθε λάβαρο είναι πλαστικό", μού ανταπόδοσε. "Ο ρόλος του είναι να τρομάζη τ΄άγρια. Στο λάβαρο ζωγραφίζουμε τις καρδιές μας".

Άνοιξα τα μάτια μου και τεντώθηκα. Οι φωτεινές γραμμές στο παράθυρο έσπαγαν τη σκιά που δημιουργούσαν οι τέσσερεις τείχοι. Τράβηξα την κουρτίνα και κοίταξα ανάμεσα στις γρίλλιες. Στο απεναντι πεζοδρόμιο ένα ανθρωπάκι ντυμένο στα άσπρα μου χαμογελούσε. Η πιο ευχάριστη έκπληξη είναι αυτή που την περιμένεις.
Έτρεξα έξω. Ο Τζερόνιμο με αγκάλιασε.
"Πάμε μέσα", του είπα.
"Άσε καλύτερα", απάντησε. "Δεν είμαι για μέσα. Όπως βλέπεις σήμερα σιδέρωσα τα ρούχα μου. Απόψε πρέπει να δείξουμε το καλύτερό μας πρόσωπο. Θα συναντήσουμε κάποιους αθανάτους. Απαιτείται σεβασμός", κατάληξε.
"Πάλι για τον Υμητό;" ρώτησα.
"Απόψε θα πάμε σε άλλο ύψωμα", απάντησε. "Πρόκειται για μια έξαρση της γης ώστε να πλησιάση τον ουρανό με τρόπο πέραν του φυσικού. Σ΄αυτή την περίπτωση έβγαλε η γη έξω όλα της τα σωθηκά, όλη την πέτρα που είχε μέσα της. Είναι μια υπέρβαση που την πάτησαν οι Αθάνατοι για να φτειάξουν ένα άκρο της πόλης σε ύψος. Το πλησιέστερο σημείο της στον ήλιο. Εκεί έφτειαξαν Ναό στην Παλλάδα, τη θεά της Σοφίας. Κάτι που βρίσκεται στα όρια ανάμεσα στην ύλη και την ενέργεια. Η σηματοδότηση ενός νέου κόσμου. Απόψε θα ανεβούμε στο μάρμαρο", συμπλήρωσε.
Σάστησα. Δηλαδή ένας ινδιάνος θα με πήγαινε βόλτα στην Ακρόπολη;
"Μη σε πτοούν τα σκουπίδια της κατανάλωσης. Κράτα το πόστο σου. Φύλαγε τα αυτά τα σκουπίδια. Τα ρόδα μεγαλώνουν μέσα στο έλος. Εδώ γεννήθηκε η Τραγωδία, όχι για να κλαίμε", είπε. "Το μάρμαρο αποτελεί βεβαιότητα", συνέχισε. Θα λάμπη πάντετε μέσα στις καρδιές, ενσωματώνοντας τα τμήματα του σε κάθε πορεία προς το Φως".

Σε λίγο ανεβαίναμε τα σκαλάκια της Πλάκας. Η Αθήνα φαινόταν να αγκομαχάη για μια ακόμη φορά μέσα σ΄ένα αβέβαιο, σ΄ένα δύσκολο δρόμο.
Η εσωτερική αναχώρηση ήταν ο τρόπος άμυνας του Τζερόνιμο. Ο πραγματικός κόσμος βρισκόταν γι΄αυτόν πέρα από την καθημερινότητα. Εκεί συνήθιζε να στήνη παγίδες στον εαυτό του, για να τον συλλάβη.
"Μη σε ανησυχεί τι θα κάνης με τον εαυτό σου. Βρές τον πρώτα. Τότε όλα θα μπούν σε σειρά", είπε. "Υπάρχει ένα παιχνίδι που λέγεται κρυφτούλι με τον εαυτό. Προϋποθέτει πριν από κάθε τι τα δικά σου υλικά. Αυτά πλάθονται μόνο ενάντια στη νέκρωση που προσπαθούν να σου επιβάλλουν. Όταν οι αισθήσεις αλλοτριωθούν, ο άνθρωπος δεν μπορεί να δοθή, γίνεται στείρος. Το μόνο χρώμα που σου πλασάρουν οι σκιές είναι το γκρίζο. Σε πάρα πολλές ανταύγειες βέβαια...
Θέσμισε τα δικά σου χρώματα. Ζωγράφισε τον εαυτό σου και μετά κυνήγα τον. Στήνοντας του καρτέρι θα διαπιστώσης ότι είναι πολύ μπερμπάντης. Δεν μπορείς να τον πιάσης ποτέ. Γλιστράει συνέχεια, θα σε παιδέψη."
"Τότε προς τι η προσπάθεια", ρώτησα.
"Τα όνειρα είναι πάντοτε πιο γρήγορα από μας", απάντησε ο Τζερόνιμο. Ο κύριος στόχος δεν είναι να συλλάβουμε τον εαυτό μας. Μέσα από το κυνηγητό θ΄αρχίσης να ακτινοβολής χρώματα. Το γκρίζο φόντο θα αρχίση τότε να μπερδεύεται, να αποκτά λακούβες και παραμορφώσεις. Εσύ όμως θα γίνεσαι πιο ανάλαφρος. Αυτό το κυνηγητό θα σου μάθη πότε - πότε να ξεπερνάς τους νόμους της βαρύτητος, θα σού διδάξη την πτήση. Θα διαπιστώσης τότε, ότι τα κόλπα του εαυτού σου δεν είχαν στόχο να σε βλάψουν. Έτσι θα γίνης μια μέρα φίλος του".
"Πώς;" ρώτησα. "Χτυπόντας μου την πλάτη με την παλάμη σαν παλιός φιλαράκος;"
"Ακριβώς" απάντησε ο Τζερόνιμο. "Τότε θα σου ανοίξη την πόρτα στη σφαίρα των αθανάτων. Αυτός θα ρυθμίση τις συμμαχίες σου εκεί. Και θα σου φέρη τα όπλα που ετοίμασαν αυτοί για σένα".
"Πως έτσι;" ρώτησα.
"Είναι αυτονόητο. Μην ξεχνάς ότι είμαστε παιδιά τους", είπε.

Στο τέλος της σκάλας φάνηκε επιβλητικός ο Ιερός Βράχος. Κορωνίδα του τα λίγα μάρμαρα που απόμειναν. Μια βαθιά ησυχία μας σκέπασε.
"Μόνο στ΄όνειρο θα βρούμε παρηγοριά", είπα.
"Γιατί το λές αυτό;" ρώτησε με ένα μορφασμό ο ινδιάνος φίλος μου, θέλοντας να δείξη ότι η παραβίαση ήτανε από τη μεριά μου στοιχειώδης. "Αν δεν ακουμπήσης απαλά το όνειρο θα καταντήσης σχιζοφρενής. Αν δεν κυνηγάς τον εαυτό σου, τον αφήνεις μόνο του. Τον καταδικάζεις να κυνηγάη αυτός εσένα. Μένει τότε άνεργος, γίνεται ρέμπελος. Πάψε να παίζης κρυφτό με τον εαυτό σου. Γύρνα το βλέμμα σου και δες την πόλη. Από σένα περιμένει. Όχι εικωνικά. Το γιουρούσι ενάντια στις σκιές σε καλεί."
Ο Τζερόνιμο γονάτισε και φίλησε το χώμα.

Μετά σηκώθηκε. Ακούμπησε την παλάμη στα φρύδια του αν και ο ήλιος είχε αρχίσει να δύη, μόνο για να τονίση ότι επιδίωκε μια καλύτερη ορατότητα. Το βλέμμα του έμοιαζε να εστιάζεται σ΄ένα σημείο.
Δυό γερανοί ξεπρόβαλαν μέσα από τα μάρμαρα. Ότι είχε μείνει δηλαδή υπόλειπο από αυτούς που προσπάθησαν να ρημάξουν κατά τη διάρκεια αιώνων, αυτό που ήταν αδύνατο να κοινωνήσουν μαζί του. Αυτή τη φορά με τους γερανούς να ξεμοντάρανε τις θείες κολώνες. Τα φορτηγά που τις φόρτωναν είχαν μια ταμπέλλα που έγραφε:
"ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ. ΤΜΗΜΑ ΣΥΝΤΗΡΗΡΣΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ.
ΓΙΑ ΛΟΓΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗ ΜΟΛΥΝΣΗ ΤΟΥ ΑΕΡΟΣ Ο ΠΑΡΘΕΝΩΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΝΑ ΜΕΤΑΦΕΡΘΗ ΣΕ ΧΩΡΟ ΠΟΥ ΕΠΙΚΡΑΤΟΥΝ ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΡΜΑΡΟ"
Ο Τζερόνιμο έβγαλε από τα ρούχα του ένα ραβδάκι βαμένο με παράξενα χρώματα και ένα φτερό στην άκρη και το έμπειξε σε μια σκισμή που άφηναν τα σκαλοπάτια.
- Γιατί καρφώνεις εσύ ειδικά το ακόντιο του πολέμου σ΄αυτό το χώρο; τον ρώτησα. - Εσύ είσαι ένας ερυθρόδερμος...
Ο Τζερόνιμο είχε γυρίσει προς τον ήλιο που έδυε... Με σηκωμένα τα χέρια και ανοιχτές τις παλάμες απάντησε κοφτά:
- Ίσως αυτοί που πρέπει να καρφώσουν το ακόντιο εμποδίζονται αυτή τη στιγμή να πατήσουν ετούτο τον Ιερό Βράχο.








Δεν υπάρχουν σχόλια: