04 Οκτωβρίου, 2009

ΠΑΝΤΑ ΑΝΟΙΧΤΑ ΠΑΝΤΑ ΑΓΡΥΠΝΑ...



Πάντ' ανοιχτά πάντ' άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου...
Διονύσιος Σολωμός

Κάποιος φίλος μου απεύθυνε έκκληση σε σχόλιο της προηγούμενης αναφοράς να ξυπνήσω εξ αιτίας των όσων επέρχονται (με βάση το σημερινό εκλογικό αποτέλεσμα).
Δεν θέλω να ισχυριστώ ότι νυμφέφθηκα την αφύπνιση. Έστω και εάν κοιμάμαι, οι εφιάλτες μου δεν μου επιτρέπουν όρια εκτός κλυδωνισμού.
Έγραψα σε προηγούμενη ανάρτηση ότι αρνούμαι να γράψω κάτι, εάν δεν αισθάνομαι έτοιμος γι αυτό. Δεν προσδοκώ επιβίωση σώνει και καλά στην εικονική πραγματικότητα. Η σχέση μου με τους επισκέπτες αυτού του τόπου είναι κυρίως σχέσεις σιωπής. Μια σιωπή που εκφράζει πόνο και αμηχανία μπροστά στην αναγκαιότητα ανάπτυξης ζωτικού λόγου και διαλόγου. Διότι εκεί κυοφορείται και βρίσκει την αφετηρία της η αναζήτηση νοημάτων.
Είμαι αδύναμος και ανίσχυρος, αλλά αποδέχομαι την πρόκληση "με τις κουβέρτες στην μασχάλη".
Το βήμα που αναμένουν ίσως κάποιοι δεν ανήκει σε μένα, αλλά είναι κοινό. Διότι η αλήθεια αποτελεί κοινό τόπο που ορίζει ο λόγος. Και εάν δεν συντελεστεί, σε αυτό το σημείο με την εμμονή της προάσπισής του, δεν έχω αντίρρηση να βγάλω ρίζες και να γίνω δέντρο. Επειδή όμως ο προορισμός του ανθρώπου είναι άλλος, αναμένω καρτερικά τον μυικό τόνο, που θα θέσει σε κίνηση το πόδι μου.

Γνωρίζω ότι βρισκόμαστε πάνω στο πλοίο των τρελών, με πριονισμένο κατάρτι και μαγκωμένο πηδάλιο. Σε μια πορεία, που είναι ήδη προγραμμένη. Δεν φοβάμαι το ναυάγιο. Εθίστηκα να θεωρώ τον βυθό σπίτι μου και δεν θα αρνηθώ το πόστο όπου ο πλοίαρχος με έταξε. Γνωρίζω ότι τα ξόρκια πάνω στο χαρτί δεν επαρκούν για να το μετατρέψουν σε χάρτη. Ούτε ο έρωτας του πολικού συγκροτεί πλοήγηση.
Γνωρίζω όμως τον προορισμό, γραμμένο στα κύτταρά μου, πολύ πριν μπαρκάρω στο σαπιοκάραβο. Δεν φοβάμαι το σκορβούτο, μου φτάνει η αλμύρα.

Δεν χρειάζονται σε αυτόν τον ναύλο λόγια. Όλα τα τέρατα της θάλασσας περίγραψε με ακρίβεια ο Όμηρος. Για πάντα. Γνωρίζουμε τι μας περιμένει. Και το νόστιμον ήμαρ είναι εδώ, στην ύπουλη μπουνάτσα που ξαφνικά γίνεται τρικυμία.
Η θάλασσα είναι το σπίτι μας, ο έρωτάς μας και ο τάφος μας.
Και δεν θα πούμε τίποτε περισσότερο από τρεις λέξεις: βίρα, μάινα και αέρα.
Αφήνω τα σκέρτσα και τα καμώματα σ' αυτούς που βαυκαλίζονται ότι η προπαγάνδα πείθει. Το τσούρμο εδώ δεν χαραμίζει τα δόντια του για να σφυρά, αλλά για να σφίγγει το λάζο.

Μποτίλια στο Πέλαγος

2 σχόλια:

αμμοδύτης είπε...

Ακούγεται αφοριστικό, αλλά τα πράγματα ποτέ δεν είναι τόσο καλά όσο φαίνονται, ούτε όσο χάλια όσο φαίνονται, και οι εξελίξεις έχουν περισσότερο να κάνουν με την βαρύτητα του φεγγαριού, τις τεκτονικές κινησεις και τις μεταλλάξεις των ιών. Τα ανθρώπινα είναι ψευδαισθήσεις των γνωστικών μας λειτουργιών.

Ο νοών...νοείτω είπε...

Βλέποντας εχθές μία ταινία του Τζωρτζ Κλούνι, «Καληνύχτα και καλή τύχη», που πραγματεύεται την εποχή του Μακαρθισμού, στάθηκα σε μία φράση του κυρίως ήρωα, σε ένα κλείσιμο εκπομπής του.

..Εμείς οι άνθρωποι φταίμε Βρούτε, δεν φταίνε τα άστρα.
Ειπωμένο από τον Κάσιο σε ένα έργο του Σαίξπηρ.

Ο πολικός ήταν, είναι και θα είναι πάντα εκεί ψηλά.
Άλλο ένα φωτεινό σημάδι.
Το ταξίδι του Οδυσσέα στην θάλασσα της αυτογνωσίας, είχε περισσότερες τρικυμίες και ναυάγια, από μπουνάτσες.
Αυτός όμως κατάφερε και έδεσε στο τέλος, στην προβλήτα της Ιθάκης του.
Δεν φταίνε τα άστρα, φίλε μποτίλια, ούτε το καράβι.
Εμείς οι ναύτες φταίμε γιατί δεν μάθαμε πως να σφίγγουμε το λάζο με τα δόντια, και ματώνει η γλώσσα μας.
Και η δικιά σου γλώσσα όταν ματώνει τότε δαγκώνει το λάζο όλο και περισσότερο.
Οι περισσότεροι όμως, απλά το φτύνουν τρομάζοντας στην θέα του αίματος.
Και δεν είναι ο πόνος ο φταίχτης, αλλά η λήθη της αξίας του αίματος.