03 Οκτωβρίου, 2010

ΕΙΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΙΝ ΟΔΟΔΕΙΚΤΟΥ



Μετά τον στημένο εγκλωβισμό του ελλαδικού προτεκτοράτου στην χαβούζα του ΔΝΤ. χαρακτηρίστηκε η παρούσα «κυβέρνηση» ως κατοχική, ως κουίσλινγκς – κυβέρνηση δωσιλόγων. Αναμφιβόλως η οδός που τελείως συνειδητά κλιμακώθηκε, όπως οι ίδιοι οι θιασώτες της όχι μόνο αποδέχονται, αλλά αδιάντροπα διακηρύσσουν, αποτελεί σαφή απεμπόληση της εθνικής κυριαρχίας.

Πλην όμως απεμπολείται - συμφώνως προς την λογική - κάτι το οποίον προηγουμένως ήτο υπαρκτόν. Τοιουτοτρόπως γεννάται το ερώτημα: Ήτο το προτεκτοράτον εθνικώς κυρίαρχον, προ της υπαγωγής του εις την απροκάλυπτον καταδυνάστευσιν των τρεπεζιτών, τουτέστιν της διεθνούς συμμορίας των Ρότσιλντ & Co; Ήτο αυτό εις θέσιν να ρυθμίζει τις τύχες του αυτοβούλως, πέραν από υπαγωγή σε ξένα κέντρα αποφάσεων, σε ορατές και μη ορατές δεσμεύσεις από πλευράς της διεθνούς μαστροπείας, ή μήπως ο προσδιορισμός «κυρίαρχος λαός» αποτελούσε επίφαση νομιμοποιήσεως ενός πλήρους εξωστρεφούς συστήματος καλυμμένης κηδεμονίας;

Ενός συστήματος πλήρους εθνικής αλλοτριώσεως, το οποίον βαθμηδόν σύσφιγγε την μέγγενη εναγκαλισμού, αποσαθρώνοντας στην πορεία όλα εκείνα τα δεδομένα, τα οποία θα μπορούσαν κάποτε να οδηγήσουν τον λαό σε μια αληθώς αδέσμευτη έκφραση της θελήσεώς του.

Βεβαίως επ’ αυτού προκύπτουν δυο σημαντικά ερωτήματα, επί των οποίων πλείστα όσα κυκλώματα ασέλγησαν επί αιώνες, στοχεύοντα στον κοινωνικό εξανδραποδισμό, χωρίς οι θιγόμενοι μέχρι σήμερα να δυνηθούν στοιχειωδώς να δώσουν κάποιες λειτουργικές απαντήσεις:

- Τι εστί «λαός»;

Καθώς και:

  • Τι εστί έκφραση της αληθούς θελήσεως του λαού;

Με την ανωτέρω διαπίστωση δεν αποσκοπώ να απαξιώσω τις μέχρι τώρα επιτεύξεις της κοινωνικής ερεύνης, ιδιαίτερα στο ποσοστό που αυτή συνιστά αποτέλεσμα μόχθου διαφωτιστών, οι οποίοι αποσκοπούσαν ή αποσκοπούν στην χειραφέτηση των κοινωνιών. Όμως θα ψευδόμουν – τουλάχιστον ενώπιον του εαυτού μου – εάν ισχυριζόμουν ότι διαπιστώνω την ύπαρξη κάποιας στοιχειωδώς συνεκτικής θεωρίας, η οποία θα ήτο εις θέσιν να φωτίσει τα δυο ερωτήματα που προηγούνται, παρέχουσα ένα θεμελιώδες όργανο στην κατεύθυνση της εκπόνησης μιας στρατηγικής, για την ανάπτυξη ζωτικά αναγκαίων δραστηριοτήτων προς μια ΥΠΕΥΘΗΝΗ, ΣΥΝΕΙΔΗΤΗ και ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΕΝΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ.

Βεβαίως, αυτό δεν σημαίνει, ότι ευρισκόμενοι εν μέσων των μπάζων, στα οποία μετατρέπει το προηγούμενο σαθρό οικοδόμημα η παγκοσμιοποίηση, θα πρέπει να εκκινήσουμε την δημιουργική προσπάθεια για επιβίωση εκ του μηδενός, με μια απεγνωσμένη πορεία να ανακαλύψουμε τον τροχό. Ο τροχός ανεκαλήφθει προ πολλού. Εάν υπάρχει όμως κάποιος, ο οποίος είναι εις θέσιν να επιχειρηματολογήσει ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ, πώς το επ’ αυτού ευρισκόμενο όχημα δεν θα καταλήξει στον γκρεμό και πώς ο τροχός είναι δυνατόν να λειτουργήσει προς όφελος των κοινωνιών, πέραν από διαδικασίες δυνάστευσης, είμαι όλος αυτιά.

Οι θεωρίες, που κατά καιρούς πλασαρίστηκαν, περί δήθεν καταδυναστευτικής φύσεως του τροχού και αναγκαιότητος επιστροφής στην ίππευση δίχως σέλα, προέρχονται εκ του πονηρού. Η απόρριψις του πολιτισμού – τουτέστιν του Προμηθεϊκού Πνεύματος που υπηρέτησαν και διέδωσαν οι Έλληνες - και η επιστροφή στο φυσικό δίκαιο, μόνον επειδή η ανάπτυξις η οποία συντελέσθη ακολούθησε κατά βάση στρεβλή πορεία, ανάγεται εν τέλει σε «γνωστικιστικές» θεωρήσεις και αποσκοπεί στην επανόρθωση της συγχρόνου φεουδαρχίας, η οποία συντελείται και προσεχώς οδεύει προς την εγκαθίδρυση ενός τεχνολογικού κανιβαλισμού. Από τον Ζαν Ζακ Ρουσώ μέχρι τον Χέρμπερτ Μαρκούζε η αμφισβήτηση, που στόχευε στην ουσία του πολιτισμού - και όχι στην στρεβλότητα συγκεκριμένων αναπτυξιακών μοντέλων - διοχετεύει στην σφαίρα της συνείδησης ένα ψευδορομαντικό αρνητισμό, ο οποίος ευνουχίζει την σύσταση οραμάτων, που στηρίζονται στην πλήρη έννοια του πολιτισμού. Και είναι το ίδιο αντιπαραγωγική και αποπροσανατολιστική, όσο η άνευ όρων εναπόθεση της ελπίδας σε κάποια πρόοδο, η οποία δικαιούται να συντελείται πέρα από αξίες.

Η δέουσα πρακτική δεν μπορεί να είναι άλλη από την δημιουργική παραλαβή των υπαρχόντων επιτεύξεων, με στόχο τον αποκαθαρμό τους από τα σφάλματα και την προαγωγή τους. Δυστυχώς όμως η αναπτυξιακή πορεία της ανθρώπινης συνειδητότητος ΔΕΝ υπήρξε γραμμική και ουδόλως προσομοιάζει προς το μοντέλο που διακήρυξε ο Χέγγελ. Το αδιέξοδο που βρίσκονται σήμερα τα κοινωνικά κινήματα και κατ’ επέκτασιν το συνολικό κοινωνικό γίγνεσθαι, δεν ανάγεται κυρίως στην αποτυχία και τις αστοχίες της Μαρξιστικής θεωρίας, αλλά στη σαθρότητα του Χεγγελιανού ψευδοοικοδομήματος. Ενός πλασματικού ερμηνευτικού οργάνου, που επιβλήθηκε κατ’ εντολήν του Τάγματος των Πεφωτισμένων της Βαυαρίας, με στόχο να καταλήξει η εξέλιξη ακριβώς εκεί που οδηγήθηκε. Δεδομένου, ότι το εν λόγω ερμηνευτικό όργανο επιβλήθηκε συνειδητά και ασυνείδητα παγκοσμίως και ανεξαρτήτως πολιτικών θεωρήσεων, διαχέον πλήρως τις σύγχρονες αντιλήψεις περί προόδου. Το δόγμα, ότι η ανθρώπινη συνειδητότητα αναπτύσσεται συνεχώς και αδιάκοπα από κατώτερες μορφές σε ανώτερες, θεωρώ ότι αποτέλεσε την κύρια μέθοδο αποπροσανατολισμού της ανθρωπότητος εδώ και αιώνες.

Θα ήταν βεβαίως αρκετό, ώστε να αντιληφθεί κάποιος το πλήρως εσφαλμένον της Χεγγελιανής θεωρίας, να λάβει υπ’ όψει του την διακήρυξη του Χέγγελ στην «Φιλοσοφία της Ιστορίας», ότι το άκρον επίτευγμα του συνεχώς ανελισομένου πνεύματος είναι ο Χριστιανισμός και το μέγιστον σημείον της αναπτύξεως του Χριστιανισμού είναι το γερμανικό κράτος. Μπορεί βεβαίως όταν έγραφε αυτά ο Χέγγελ να μην είχαν εμφανιστεί τα «πνευματικά επιτεύγματα» του Μπούχεβαλντ και του Άουσβιτς. Όμως μια από τις ουρές της ναζιστικής ύδρας ήταν ακριβώς ο πρωσικός μιλιταρισμός και από τότε φρόντιζε ο Φρειδερίκος ΙΙ να νοικιάζει τον πρωσικό στρατό στο αγγλικό στέμμα, για να καταστέλλονται κινήματα εθνικής ανεξαρτησίας, ώστε να γεμίζει τα σεντούκια του με χρυσό.

Σε αντίθεση με όσα είπε ο Λένιν, όπιο του λαού (και μάλιστα του πλέον ανήσυχου και αγωνιστικού του τμήματος) δεν ήταν κύρια η όποια θρησκεία, αλλά η τυφλή πίστη σε ένα γραμμικά εξελισόμενο προοδευτισμό και στην τελεολογία μιας «μέσω σιδερένιας νομοτέλειας» έλευσης μιας πιο δίκαιης και ελεύθερης κοινωνίας, που ακόμη την ψάχνουμε με το μακαρόνι.

Η Ελληνική κριτική νόηση έχει προβεί ήδη σε σημαντική αντιπαράθεση απέναντι στο Χεγγελιανό ψεύδος. Τόσο ο Χρήστος Γιανναράς στην «Εισαγωγή στην Φιλοσοφία», όσο και ο Κορνήλιος Καστοριάδης την «Πείρα του Εργατικού Κινήματος» καταρρίπτουν μέσα σε λίγες σελίδες το Χεγγελιανό «οικοδόμημα», ακριβώς επειδή αυτό είναι αυθαίρετο και δεν διαθέτει κριτική αντοχή. Όμως, οι συγκεκριμένες απορρίψεις αυτού του φρούδου προοδευτισμού περιορίζονται στην φιλοσοφική σφαίρα και δεν επεκτείνονται στην ιστορική διάσταση, πριν από κάθε τι άλλο στην διαδικασία και τους λόγους που στήθηκε αυτή η θεωρία.

Το πελέκημα της στρεβλής τελεολογίας συντελέστηκε και από τρεις ακόμη μεγάλους Έλληνες διανοητές. Ο Νίκος Πουλατζάς στο «Φασισμός και Δικτατορία» ξεσκεπάζει τον οικονομισμό, ο οποίος διαχέει ως απόρροια του γραμμικού προοδευτισμού το μαρξιστικό κίνημα του περασμένου αιώνα, κυρίως στα πλαίσια της λεγομένης «Τρίτης Διεθνούς». Υπερβαίνοντας τον εγκλωβισμό στα οικονομιστικά σχήματα, διαμορφώνει ενδιαφέρουσες προτάσεις συστηματικής ερμηνείας των κοινωνικών δεδομένων και του κράτους, αξιοποιώντας τις σημαντικότατες θεωρητικές τομές του Αντόνιο Γκράμσι.

Οι εντοπισμοί και τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει ο Πουλατζάς σε μια σειρά έργων όπως «Οι Κοινωνικές Τάξεις στον Σύγχρονο Καπιταλισμό», θεωρώ ότι προσφέρουν σημαντική βάση στήριξης στην πορεία να δώσουμε ερμηνείες στα δυο ερωτήματα που προηγούνται.

Τα έργα του Κώστα Παπαϊωάννου και κυρίως η κριτική του σοβιετικού συστήματος στην φάση συγκρότησης του, που επιχειρεί στο «Η Γένεση του Ολοκληρωτισμού», αλλά και η βαθιές τομές στην σύγχρονη ελληνική ιστορία, που έκανε ο Νίκος Βεργίδης με την «Συνωμοσία της Σιωπής» και τους «Μιγάδες της Ελληνικής Ιστορίας», προσφέρουν σημαντικό υλικό όσο αφορά την συστηματική ενασχόληση με το φαινόμενο του κράτους και τον αυτοπροσδιορισμό μας ως λαός.

Ο καλπάζων ολοκληρωτισμός σε παγκόσμια κλίμακα και οι εκφάνσεις του στον Ελλαδικό χώρο συνιστούν ζωτικής σημασίας απειλές. Αυτά που κατέθεσε στην «Μαζική Ψυχολογία του Φασισμού» ο Βίλχελμ Ράιχ καθώς και ο E.R. Carmin στην «Μέλανα Αυτοκρατωρία – Μυστικές Εταιρείες και Πολιτική» είναι ιδιαίτερα κατατοπισατικά. Το δεύτερο βιβλίο αποτελεί μια πλούσια σε στοιχεία και εμπεριστατωμένη πραγματεία τόσο του ναζισμού όσο και της «νέας τάξεως», η οποία δεν έχει εκδοθεί ακόμη σε Ελληνική μετάφραση.

Η σύντομη αναφορά, η οποία προηγήθηκε, αποτελεί απάνθισμα μόνον και απηχεί της ανησυχίες του γράφοντος. Αναμφίβολα υπάρχει πληθώρα πολύτιμου υλικού, η οποία επιζητεί αξιοποίηση. Η έρευνα της αληθείας, στο ποσοστό που αυτή αφορά βιβλιακή μελέτη, δεν μπορεί να περιορίζεται σε κάποια έργα. Όμως κάποια από αυτά δεν μπορεί να είναι προσπελάσιμα σε μια τέτοιου είδους αναζήτηση.

Δεν είναι τυχαίο, ότι σε ένα από τα ώριμα έργα του, στο οποίο συνοψίζει τις θέσεις του ως προς τους πλέον σημαντικούς γνωσιολογικούς τομείς, ο Κορνήλιος Καστοριάδης του έδωσε τον τίτλο «Οι Δρόμοι του Λαβύρινθου». Σίγουρα βρισκόμαστε μέσα στον λαβύρινθο. Κάποιοι αφιέρωσαν την ζωή τους για να ιχνηλατηθούν σημαντικά μονοπάτια, σε μια προσπάθεια εξεύρεσης του νήματος. Ο δρόμος δεν είναι εύκολος μέχρι να βρεθεί ο μίτος, όμως δεν υπάρχει άλλη διέξοδος.

Σήμερα τίθενται επί τάπητος μεγάλης σημασίας ζητήματα, τα οποία δεν μπορούν να τύχουν επεξεργασίας με αφηρημένο ή αφοριστικό τρόπο. Ένα από τα θέματα που απασχολούν τους ανήσυχους και δραστήριους πολίτες είναι η δημιουργία ενός μετώπου ενάντια στην νέα κατοχή. Όμως τόσο αυτό, όσο και τα ανάλογα ζητούμενα, δεν είναι δυνατόν να επιχειρηθούν χωρίς μια σαφή επίγνωση του εστί λαός και δη στην συγκεκριμένη περίπτωση.

Συμπεράσματα του τύπου «ο λαός θα λιντσάρει τους δωσίλογους», δεν οδηγούν σε συγκεκριμένη στόχευση, έστω και εάν αποτελούν συμπέρασμα ευστόχου, προικισμένου και φιλότιμα αναπτυσσόμενου καταγγελτικού λόγου. Η υπερπήδηση ενός χάους, το οποίον σκοπίμως οικοδομείται από τους συγχρόνους δουλεμπόρους, η ρεαλιστική εκτίμηση της δυνατότητος ελιγμών των αντιπάλων, ο εντοπισμός και η αποκάλυψις των εν τέλει ενόχων και του μεσοπρόθεσμου σχεδιασμού των, καθώς και η ανάπτυξις μιας πορείας για την αντιμετώπιση των ως άνω, αποτελούν την εκπόνηση μιας συγκεκριμένης στρατηγικής, η οποία υπερβαίνει τα όρια συγκεκριμένων μεμονωμένων προσώπων.

Ας μην παραβλέπουμε επίσης, ότι το πρόβλημα δεν είναι αποκλειστικά ελλαδικό. Ο Ελληνισμός διαθέτει μόνον μια προοπτική επιβιώσεως, αυτήν που ως μόνην διέθετε πάντοτε: ΝΑ ΗΓΗΘΕΙ ΜΕ ΥΠΕΥΘΗΝΟ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΕΝΟ ΤΡΟΠΟ.

«ΒΑΡΒΑΡΩΝ Δ’ ΕΛΛΗΝΑΣ ΑΡΧΕΙΝ ΕΙΚΟΣ. ΟΤΙ ΤΟ ΒΑΡΒΑΡΟΝ ΚΑΙ ΔΟΥΛΟΝ ΟΝ».


1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

και το άρθρο καλό και ο Καραντίνης υπέροχος.

ο Μήτσος