30 Ιουνίου, 2008

ΠΕΡΙΔΙΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΚΑΠΟΙΑ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΗΣ ΤΕΧΝΗΣ (2) - ΖΑΝ-ΛΥΚ ΓΚΟΝΤΑΡ, "ΠΙΕΡΡΟΤΟΣ Ο ΤΡΕΛΟΣ"



Αυτή την ταινία την είδα στις αρχές της δεκαετίας του εβδομήντα. Και αυτή δεν την κατάλαβα τότε, παρ΄όλο που μου άρεσε. Το ευχάριστο συναίσθημα κατά τη διάρκεια της προβολής ανάγεται νομίζω στα στυλιστικά στοιχεία που επέλεξε ο Γκοντάρ, για μια ταινία με τραγικό τέλος. Δεν νομίζω ότι θα βάραινε άσκοπα η ταινία, εάν τα εκφραστικά μέσα είχαν επιλεγεί να έχουν σκληρότητα. Απλά η ροή της έπρεπε να είναι ανάλαφρη. Διότι ο Θάνατος δεν ήταν σκόπιμο να προαναγγέλλεται. Έπρεπε να προάγεται βήμα-βήμα, από σκηνή σε σκηνή. Αποτελεί μια ενέδρα που έστησε ο σκηνοθέτης. Μπορεί ο πρωταγωνιστής στο τέλος να αυτοκτονεί, στην ουσία όμως πρόκειται για μια εκ προμελέτης θανάτωση με δράστη τον Γκοντάρ. Αυτός που θανατώνεται δεν είναι ο πρωταγωνιστής στα πλαίσια των αναγκών της δραματουργίας, αλλά ο Πιερρότος σαν αρχέτυπο. Ξεκαθάρισμα λογαριασμών από ένα καλλιτέχνη, που πίστεψε ότι η τέχνη πρέπει να υπηρετή τη ζωή, αλλά ταυτόχρονα και την ίδια την τέχνη. Απροκάλυπτα στρατευμένος, αλλά και αθεράπευτα λυρικός.

Την ταινία την είδα στον κινηματογράφο "Αλκυονίδα", που βρισκόταν σε κάποια πάροδο της Πατησίων. Ήταν ένας μικρός, αντεργκράουντ κινηματογράφος, που πρόβαλε ταινίες τέχνης. Το κοινό αποτελούσαν νεολαίοι ροκάδες, αλλά και μεγαλύτεροι, θιασώτες ίσως των μπουάτ και του νέου κύματος. Αυτού που τους ένωνε ήταν ένας κοινός, άρρητος ακόμη εκείνη την περίοδο της δικτατορίας, αυτοκαθορισμός. Κόβοντας εισιτήριο στο ταμείο, αισθανόντουσαν ότι διέπρατταν μια μικρή πράξη αμφισβήτησης του κατεστημένου, ενάντια σε όλους αυτούς που θεωρούσαν "κίτσους".
Το σκασιαρχείο από το φροντιστήριο συνδυαζόταν συχνά με επίσκεψη στην Αλκυονίδα. Με την ενδόμυχη εντύπωση, πως έτσι διατηρείτο ανοιχτή μια χαραμάδα, προς ένα άλλο, ζωντανό κόσμο.

Είναι αδύνατο να κατανοήσουμε το Παρίσι, το μεγάλο αυτό χωνευτήρι ιδεών και παραγωγής κουλτούρας, χωρίς τις μεγάλες σπανιόλικες χιονοστιβάδες, όπως του Πικάσο, του Νταλί, του Μπουνουέλ, που το σφράγισαν. Ο Νταλί είπε χαρακτηριστικά για τον Πικάσο: "Η προσφορά του στην τέχνη είναι μηδαμινή. Υπήρξε όμως το πλέον καταστροφικό πνεύμα της εποχής μας."
Πράγματι μια μεγαλειώδης σουρεαλιστική ατάκα, όπου ο Πικάσο αποτελεί επάξια την μόνο την αφορμή, για τον πλουτώνιο χαρακτήρα της εποχής μας και την αδυσώπητα πλουτώνια απάντηση αυτών των καλλιτεχνών στην πρόκλησή της. Διότι δε θα φοβηθούν μπροστά στο κλιμακούμενο μπάχαλο της εξουσίας. "Μπάχαλο εσείς - μπάχαλο και εμείς!" θα βροντοφωνάξουν χωρίς ενδοιασμούς, πετώντας στο καναβάτσο τις παρωχημένες αξίες μιας απάνθρωπης, γλυκανάλατης εφησύχασης της Μπελ Επόκ. Ρουφώντας τον Κάφκα τσαλακώνουν όλα τα σκοτεινά τοπία, σε αναζήτηση του φωτός. Μέσα από το ρήγμα που προξενούν θα ξεπηδήσουν ο Καμύ, ο Σάρτρ, ο Γκαρωντύ και άλλοι μεγάλοι. Ο πρώτος που δίδαξε την μέθοδο που ακολουθούν στην διαδικασία θανάτωσης, είναι ο Οιδίπους. Πρόκειται για την καταβαράθρωση. Η λέξις είναι σπουδαία. Διότι καταδεικνύει την λεκτική γειτωνεία βαράθρου και βάθρου.
Η εκβάθρωση παρωχημένων αξιών από το βάθρο τους, αποτελεί καταβαράθρωση της Σφιγγός. Η Σφιγξ παράγεται εκ του σφίγγω. Σ' αυτή την περίπτωση ο φόνος επενεργεί απελευθέρωση. Θυγατέρα της Χιμαίρας και του Όρθρου, προϊόν δηλαδή άγνοιας και ανωριμότητας.
Η τέχνη και η φιλοσοφία μας απελευθερώνουν. Δεν σπάν τα δεσμά μας. Αυτό μπορούμε να το κάνουμε μόνο οι ίδιοι. Μας δείχνουν όμως το δρόμο. Εξοντώνουν τα τέρατα στο νοηματικό και το συναισθηματικό πεδίο. Παλεύουν με αρχέτυπα, μάχονται με σύνδρομα, μηχανεύονται διεξόδους μέσα από την αμηχανία.
Ιδιαίτερα σήμερα που αισθανόμαστε όλο και πιο ανήμποροι μπροστά στην κλιμακούμενη περιθωριοποίηση του πολίτη, μπροστά στο κλιμακούμενο έλεγχο, την οικοδόμηση της φτώχειας, την επιβολή της εντύπωσης ότι μια αξεπέραστη πολιτική διαφθορά είναι το αναπόφευγο πεπρωμένο μας, διότι είναι δήθεν συνυφασμένη με την ίδια μας τη φύση, η κραυγή του Γκοντάρ αποτελεί διάχυση μηνύματος για άμυνα, αποτελεί το βάψιμο των πολεμικών χρωμάτων στο μέτωπο κάθε σύγχρονου Ιροκέζου: ΝΑΙ! ΕΓΩ ΘΑΝΑΤΩΣΑ ΤΟΝ ΠΙΕΡΡΟΤΟ.

Ο Πιερρότος αποτελεί δίδυμο με τον Αρλεκίνο. Είναι ίσως η περαιτέρω μετεξέλιξη του. Στην περίπτωση του Αρλεκίνου τα χρώματα έχασαν την ικανότητα να αναμιγνύονται μεταξύ τους, για να δημιουργούν αποχρώσεις. Έγιναν ρόμβοι, αυστηρά χωρισμένοι μεταξύ τους πάνω στο ένδυμα του. Τα συναισθήματα όμως απαιτούν τη μίξη, τις αποχρώσεις.
Τον Αρλεκίνο δεν θα τον πλησιάσουν οι Γάλλοι καλλιτέχνες και διανοητές. Τον χειρίστηκε ο Πικάσο, ξεμπερδεύοντας μια για πάντα μαζί του, κάνοντας τον ένα από τα αγαπημένα του θέματα στους πίνακες του. Μέσα από το μαντολίνο, που του έβαλε στο χέρι, ξεπηδά μια συνουσία με τη μοναξιά, μια νοσταλγία για αυτό που θα μπορούσε να είναι, αλλά δεν είναι. Είμαι νομίζω υποχρεωμένος να θέσω ένα ερώτημα για τον κυβισμό: Αλλοιώνει τα χαρακτηριστικά ενός προσώπου, ή αποκαλύπτει ένα πρόσωπο, που δεν μπόρεσε να υπάρξη διαφορετικά;

Ο Πιερρότος έχει χάσει κάθε επαφή με το χρώμα. Είναι ασπρόμαυρος. Ακόμη και το πρόσωπό του είναι διαδοχή μαύρου και άσπρου. Αυτή η ασπρόμαυρη εναλλαγή είναι τελείως διαφορετική από αυτή του ασπρόμαυρου κινηματογράφου. Εκεί έχουμε διαδοχή φωτός και σκιάσεων. Το εκφραστικό αυτό μέσο είναι αναμφίβολα ισχυρότατο. Μόνο ένα άλλο εκφραστικό μέσο το ξεπερνάει. Το θέατρο σκιών. Ο Καραγκιόζης. Ο θρίαμβος του φωτός απάνω σ΄ένα διάτρητο χαρτόνι. Η βεβαιότητα ότι ότι η σκιά μας δεν είναι απροσπέλαστη, ότι ο πλήρης φωτισμός καραδοκεί στο τέλος του δρόμου, όταν σβήσουν τα κεριά και χειροκροτήσει το πιτσιρίκι που βρίσκεται μέσα μας.

Ο Πιερότος είναι απλά άχρωμος. Είναι ένα σύνολο θλιμμένου περιγράμματος. Το χαμόγελο του και τα δάκρυά του κινούνται στη σφαίρα του αινίγματος. Η ατελέσφορη προσπάθειά του να φτάση την ευθυμία, δείχνει την τεράστια απόστασή του από την πραγματική χαρά.
Για τον Πιερρότο υπάρχει μια μόνο διέξοδος: Να τρελαθή για να καταφέρη να αυτοκτονήση.

Ο Γκοντάρ θα αναδείξη τον Ζαν-Πωλ Πελμοντό σε μοναδικής αισθητικής αξίας Πιερρότο. Δίπλα του η Άννα Καρίνα. Το πρόσωπό της αναπνέει μια απαράμιλλη αθωότητα. Σίγουρα δεν ήταν μόνο η αφοσίωσή της δίπλα στον Γκοντάρ στη δημιουργία του Κέντρου Κινηματογράφου Νέου Κύματος, που την έκανε το καταλληλότερο πρόσωπο για το ρόλο. Ο Πιερρότος εγκαταλείπει την γυναίκα του και το παιδί του και φεύγει γοητευμένος με την Άννα Καρίνα, που είναι η παιδοκόμος της οικογένειας, με στόχο το άγνωστο, σπάζοντας τους φραγμούς της μικροαστικής ζωής. Το άνοιγμα στην περιπέτεια στους φέρνει σε επαφή με το αναπάντεχο: Κυνηγητό με συμμορίες ληστών, βαλίτσες με κλοπιμαία, σασπένς με την αστυνομία. Όλα όσα δηλαδή περιέχει μια πετυχημένη αστυνομική ταινία για να συναρπάση τους θεατές. Αυτά όμως παραμένουν για τον Γκοντάρ ανούσια. Αφήνουν και τον Πρωταγωνιστή, που η γυναίκα αποκαλεί "Πιερρότο" αδιάφορο. Αυτός στην πορεία της περιπέτειας θα προσπαθήσει να αποκτήση μια ανθρώπινη επαφή μαζί της. Της μιλάει για τον πόλεμο στο Αλγέρι που έλαβε μέρος, για την ατομική βόμβα, για την πείνα σε κάποιες χώρες της Αφρικής. Η γυναίκα παραμένει όμως αδιάφορη. Εκεί που συγκινείται αφάνταστα είναι όταν καταλήγει η βαλίτσα με τα κλεμμένα χρήματα, χωρίς αυτός να το επιδιώξη, στον Πιερρότο. "Επί τέλους του λέει η γυναίκα, θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε την περιπέτεια με τον πιο ανέμελο τρόπο". Ο Πιερρότος της απαντά ότι αυτό δεν ήταν ποτέ περιπέτεια, αλλά μόνο αραχνιασμένη ρουτίνα, δίνοντας ένα βίαιο τέλος.

Ο Ευρωπαϊκός Πολιτισμός είναι αναμφίβολα Μεγάλος. Όποτε αλήθευσε γονιμοποιήθηκε από τον Ελληνικό.

Εάν ο Πιερρότος θανατώθηκε, τότε ζωή σε λόγου μας, αδέρφια.

Ευγνωμονώ Το Θεό που με αξίωσε να πάω στο φροντιστήριο και να μάθω κάποια γράμματα. Ακόμη περισσότερο Τον ευγνωμονώ που με αξίωσε να κάνω κοπάνες. Ίσως αυτά που έμαθα τότε, να είναι σημαντικότερα.

28 Ιουνίου, 2008

ΠΕΡΙΔΙΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΚΑΠΟΙΑ ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΗΣ ΤΕΧΝΗΣ - ΑΛΑΙΝ ΡΕΝΕ, "Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ"


Η Παλιά μου τέχνη κόσκινο...

Όταν ήμανε μικρός πάγαινα στον κινηματόγραφο.
Τις περισσότερες φορές κοιμόμανε μέσα κατά την προβολή της ταινίας.
Βγαίνοντας τράβαγα και μια κριτική στην ταινία, που το φιλαράκι έβρισκε άκρως ενδιαφέρουσα. Σε ποια οθόνη είχα δει τελικά τα κρινόμενα; Χρειάστηκα περισσότερες δεκαετίες για να δώσω μια απάντηση στο ερώτημα...

-Αφού κοιμάσαι μέσα γιατί δε μένεις στο σπίτι σου; με ρώταγε.
- Εδώ καπνίζω λιγότερο, του απαντούσα. Πίνω και λιγότερους καφέδες. Στο φινάλε στο ταμείο δεν περιμένουνε φιλοδώρημα, όπως οι σερβιτόροι, που όταν μας σερβίρουν μας βρίζουνε μέσα τους.

Το ερώτημα απαντήθηκε σε κάποιες δισκοθήκες και καφετέριες στο απώτερο μέλλον, όταν κάποιες περισσότερο ή λιγότερο ωραίες υπάρξεις, πριν ανοίξουν το στοματάκι τους, ήξερα τι θα πούνε. Αυτή τη φορά, αυτός που με ρώτησε γιατί δε μένω στο σπιτάκι μου, ήταν ο εαυτός μου. Ακολούθησα τη συμβουλή του. Βέβαια ποτέ δε λέω αυτά που θα άκουγα αλλού, για να δώσω μετά ο ίδιος τις απαντήσεις. Αυτή η διαδικασία δεν αποτελεί διάλογο. Κατατάσσεται στο παραμιλητό και ακόμη δεν αποφάσισα για τη λύση του τρελάδικου.

Παρόμοια αισθανόμουνα όταν έβλεπα ταινίες, κύρια αστυνομικές, μαζί με άλλα φιλαράκια στην τηλεόραση. Μετά τα πρώτα λεπτά ήταν σε θέση να μαντέψουν την εξέλιξη της υπόθεσης.
-Ρε μάγκα, μήπως την έχεις ξαναδεί; ρώταγα.
-Όχι, μου απαντάγανε. Έχω δεί όμως τόσες άλλες παρόμοιες, που έμαθα πια πως σκέφτονται οι σεναριογράφοι...

Κάπως έτσι νομίζω ότι αιστανθήκανε και οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, όταν γράφανε τα βιβλία τους. Αυτό που κύρια τους είχε συνεπάρει, νομίζω, δεν ήτανε η έκτη αίσθηση, αλλά ο πόνος. Όταν βλέπεις το αμάξι να έχει ξωκοίλη από το δρόμο, δεν χρειάζεται ούτε διαίσθηση, ούτε διορατικότητα, ούτε καν αναπτυγμένη φαντασία για να προβλέψης, ότι θα πάη να πέση στα αγκάθια και τα κούτσουρα (αν κάποιοι βεβαίως δεν έχουν φροντίσει να γίνη αποψίλωση πρίν το χείλος του γκρεμού).

Με ανάλογο τρόπο απάντησε και ο Ιησούς Χριστός, όταν ερωτήθηκε πότε θα γίνη η Δευτέρα Παρουσία. "Όταν δείτε τα φύλλα της συκιάς να βγάζουνε χνούδι, έρχεται και ο καρπός". Πρόμοια θα απάνταγα και εγώ στο ερώτημα, χωρίς να είμαι καν ιεροδιάκονος. Αυτό όμως δεν μειώνει στο ελάχιστο τον βαθύτατα ιερό χαρακτήρα της ως άνω ρήσεως. Διότι δεν αποτελεί προφητεία, αλλά προτροπή. Προτροπή ως προς το τι μπορεί να αποτελή η πρόβλεψη των μελλούμενων. Ανοίξτε τα στραβά σας, φιλαράκια, και τότε θα δείτε τα πάντα. Αυτό ήθελε να πη ο Χριστούλης, ρίχνοντας και μια λοξή ματιά στις τρύπες από τα καρφιά στα χέρια του, παρότι δεν είχαν τρυπηθεί ακόμη... Οι άλλοι προτίμησαν όμως να κοιμούνται. Οι τρύπες των καρφιών τους έφερναν τρόμο. Οι περισσότεροι τον θεώρησαν και μαζόχα. Γιατί δεν μπόρεσαν να δουν το εισιτήριο για τη μεγάλη παράσταση της της Αναστάσεως στο τσεπάκι του χιτώνα του. Όταν Αυτός προέτρεπε να θησαυρίζουμε στους ουρανούς, οι μηχανές εύρεσης οργίαζαν με λήμμα το "Βanca di Spirito Sankto".

Αντίστοιχα και ο μάντης Κάλχας ήταν τυφλός. Δεν ήταν οιωνοσκόπος, ως στερούμενος της φυσικής οράσεως, ήταν ενδοσκόπος. Έβλεπε τα πράγματα σε βάθος. Η κρυφή πλευρά, αυτή που μένει ίσως αθέατη στο επιφανειακό βλέμμα. Η ρήση του Ηρακλείτου, ότι η κρυφή αρμονία είναι ανώτερη της φανερής, δεν αποτελεί μόνο μέτρο στην εκτίμηση των εξελίξεων, αλλά προτροπή βίου.

Ας το εκφράσουμε με μαθηματική ορολογία: Κάθε τιμή μιας συναρτήσεως εμπεριέχει την τιμή του επομένου βήματος με την μορφή της παραγώγου. Η εκάστοτε τιμή είναι σαφώς ορατή. Η παράγωγος όμως προϋποθέτει διερεύνηση. Για όσους όμως γνωρίζουν τι είναι παράγωγος, ότι δηλαδή μέσω αυτής παράγεται η τιμή του επομένου βήματος, τις περισσότερες φορές δεν χρειάζεται καν να καταφύγουν στην εφαρμογή της παραγώγου, δεδομένου ότι αυτή ακολουθεί συγκεκριμένη τυπολογία αναγόμενη στη μορφή της συναρτήσεως, η οποία στον γνωρίζοντα μαθηματικά είναι συνήθως προφανής.

Δεν αποσκοπώ να υποβιβάσω την προφητεία στα όρια της πρόβλεψης. Η μετάβαση εξ άλλου από τη λογική επεξεργασία στη διαισθητική ερμηνεία αποτελεί μια ολόκληρη περιοχή, προσβάσιμη σε όσους ασκούνται να βλέπουν με τα μάτια της καρδιάς. "Ο Θεός δεν λέει ούτε ναι, ούτε όχι. Αποκαλύπτει μόνο τα σημεία του", διακήρυξε κάποιος σοφός αναφερόμενος στο Μαντείο των Δελφών.

Κάποιοι μπορούν να σταθμίζουν τις επιλογές του σεναριογράφου εκ των προτέρων, έχοντας λιώσει πολυθρόνες μπροστά στις οθόνες. Κάποιοι όμως έχοντας παρακολουθήσει την ταινία ίσως περισσότερες φορές, δεν κατανόησαν το παραμικρό.

Αυτό μου συνέβη και μένα όταν είδα την ταινία του Αλαίν Ρενέ "Η ζωή είναι ένα μυθιστορημα". Άργησα πολύ να την καταλάβω.

Την ταινία την είδα σε πρώτη προβολή. Ήμουν τότε περίπου τριάντα πέντε χρονών. Η ταινία είχε θεωρηθεί από τους κριτικούς αριστούργημα. Αντίστοιχα περίμενα και εγώ να δω κάτι που θα ήταν ενδιαφέρον. Τουναντίον ποτέ δε βαρέθηκα τόσο στον κινηματογράφο. Μέτραγα τα λεπτά μέχρι να τελειώσει το ανιαρό βάσανο και να βγώ επί τέλους από την αίθουσα. Στην έξοδο με απασχολούσε ένα οντολογικό ερώτημα: Μήπως δεν έκανα για κουλτουριάρης;

Σήμερα έχοντας ρίξει μερικά χρονάκια ακόμη στην πλάτη μου μέσα στο ρομάντζο που λέγεται ζωή, κατανοώ το μεγαλείο της ταινίας. Βλέπω να περνάνε από μπροστά μου οι πρωταγωνιστές του Ρενέ σε μια ταινία χωρίς κομπάρσους, που όμως οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές ήταν οι πλέον ανάξιοι κομπάρσοι. Νωχελικά στοιβαγμένοι μέσα σε ένα σπίτι, μάλλον άνετο, περιφερόντουσαν άσκοπα και αδιάφορα σχεδόν μόνιμα στους διαδρόμους. Σπάνια έμπαιναν σε κάποιο δωμάτιο. Το σπίτι δεν είχε ούτε εξόδους, ούτε διεξόδους. Η περιφορά τους δεν είχε στόχευση. Αυτούς δεν τους διέκρινε η παραμικρή προσδοκία, η παραμικρή ευχή, η παραμικρή ελπίδα. Θιασώτες μιας εκ των προτέρων ρυθμισμένης εξασφάλισης, καθ' έξιν καταναλωτές ενός υποτονικού οξυγόνου.Δεν υπήρχε κάποιο ζητούμενο, κάποια ουσιαστική συζήτηση ή διαφωνία. Στην ροή δεν υπήρχε αρχή, μέση και τέλος.

Το δίλημμα του θεατού: Έχασε δυο ώρες στην αίθουσα προβολής, ή ολόκληρη τη μελλοντική ζωή του στο σπίτι του Ρενέ;

Το κατόρθωμα του σεναριογράφου: Υποκατέστησε για ενενήντα λεπτά τους σεναριογράφους
της ζωής μας.

Πρόκειται για κυρίους καθαρούς, καλοντυμένους. Το μόνο που τους ενώνει εξωτερικά με τους χεβυμεταλλάδες είναι το δαχτυλίδι με τη νεκροκεφαλή.

Αυτό που δε θα ήθελα να ήμουν σε καμία περίπτωση είναι μηχανή ανίχνευσης στον προθάλαμο της εισόδου στην έπαυλη που συνεδριάζουν. Απ' όσο ξέρω αυτές οι μηχανές λειτουργούν με την οσμή του ανθρώπινου σώματος.

Η αρχαία τραγωδία μας διδάσκει ότι ο Ήρως, ως τραγικός, στο τέλος θα εξοντωθεί.

Πολλοί αναφέρονται σήμερα σε "κάθαρση".
Τι προτίθενται να απιθώσουν όμως στο Ιερό Θυσιαστήριο;

Και χωρίς κάθαρση, που θα βρούμε καταφύγιο να κρυφτούμε από τη Νέμεση;